Νέα Εποχή
Επανακάμπτει μια γεωπολιτική κινητικότητα γύρω από την φύση, την σύνθεση και τους δεσμούς της Ευρώπης με τους συγγενικούς της χώρους: την Ρωσία, την Μεσόγειο, την Αμερική. Η Ελλάδα, ως σταυροδρόμι θα υποστεί αναπόφευκτα τις συνέπειες.
Οι παλιοί διαχωρισμοί της ανθρωπότητας έχουν χάσει πλέον τη δεσπόζουσα σημασία τους και ο κόσμος διαιρείται ή ενώνεται βάσει πολιτισμικών κριτηρίων. Έτσι, ο κύριος διαχωρισμός γίνεται ανάμεσα στο Δυτικό πολιτισμό από τη μια και όλους τους υπόλοιπους από την άλλη. Αυτό συμβαίνει αφενός λόγω των οικουμενικών αξιώσεων του πρώτου και αφετέρου λόγω της υπεροχής του σε επίπεδο «υψηλών αξιών και πρακτικών» (ελευθερία, δημοκρατία, ισότητα, ανθρώπινα δικαιώματα κ.λπ.).
Το κατέθεσε από το 1993 ακόμη ο Χάντιγκτον, ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι ο κύριος άξονας των συγκρούσεων στη σύγχρονη εποχή θα μετατοπισθεί από την πολιτική και την οικονομία. Τα πολιτισμικά ζητήματα είναι εκείνα που θα γίνουν τα οχήματα των νέων διαμορφώσεων. Εξάλλου, είναι ιστορικά αποδεδειγμένη η κυριαρχία των πολιτισμικών κριτηρίων.
Σε αυτό το υπό διαμόρφωση πλαίσιο, για την αποφυγή ενός δυσάρεστου σεναρίου, η Δύση θα πρέπει να προχωρήσει σε ενίσχυση της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής της ολοκλήρωσης και σε μία πολιτική συμμαχιών με τους λιγότερο εχθρικούς πολιτισμούς. Είναι αναγκαίο και επιτακτικό όσο ποτέ άλλοτε, να υπάρξει ένα συμπαγές και ομογενοποιημένο μέτωπο υπεράσπισης των δυτικών αξιών και διασφάλισης μιας στέρεας διατλαντικής εταιρικής σχέσης. Δεν ήταν καθόλου τυχαία η κοινή διακήρυξη για την διαφύλαξη της διατλαντικής συμμαχίας από 31 προσωπικότητες της Δύσης προ λίγων μηνών, που είχε ως στόχο να θυμίσει και να επιβεβαιώσει τις αρχές, τις αξίες και τις συμμαχίες που σφυρηλάτησαν τον Δυτικό Κόσμο.
Σε αυτό το νέο σκηνικό η Ελλάδα θα πρέπει αναδείξει τα αντανακλαστικά της και να αδράξει την ευκαιρία. Οι παρούσες διαχωριστικές ιδεολογικές γραμμές θεωρούνται και προβάλλονται από αρκετούς ως ξεπερασμένες. Στη χώρα μας καταλυτικός τροφοδότης αυτού του σκεπτικισμού ήταν φυσικά η «μνημονιακή εποχή». Μια εποχή, που πέρα των άλλων δεινών που επέφερε, κατατρόπωσε το θεσμικό υπόβαθρο της ελληνικής κοινωνίας. Ένα θεσμικό υπόβαθρο που είχε θεμελιωθεί πάνω σε συγκεκριμένους κοινωνιολογικούς και κοσμοϊστορικούς παράγοντες.
Εάν πάρουμε το παραδοσιακό περιεχόμενο της ιδεολογικοπολιτικής διάκρισης στο ευρωπαϊκό πολιτικό εκκρεμές, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι όντως είναι ξεπερασμένο. Και φαίνεται εντονότερα ενόψει των ευρωεκλογών του Μαΐου. Γιατί αμβλύνεται και συχνά εξαφανίζεται η διακριτότητα των πολιτικών, σε ορισμένες δε περιπτώσεις έχουμε και πλήρη «αντιστροφή ρόλων», δηλαδή πολιτικά πρόσωπα που συμπεριφέρονται αναντίστοιχα με τις πολιτικές καταβολές τους.
Έγινε πλέον δραματικά αντιληπτό, ότι το υφιστάμενο εγχώριο πολιτικό πλαίσιο του πολυκομματισμού (και όχι μόνο στην Ελλάδα), μπροστά στις ιστορικές αλλαγές που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια και στο νέο παγκόσμιο πλαίσιο, δεν μπορεί να προτείνει λύσεις, οι οποίες να αποτελούν μέρος ενός διαφορετικού προβληματισμού και προτάγματος, το οποίο να στοχεύει στην υπέρβαση των θεμελίων του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος.
Επομένως, ο πολυκομματισμός, αλλά και ο παλιός πολιτικός διπολισμός, έχουν εξαφανιστεί ή πρέπει να αποκτήσουν μία νέα μορφή. Η ανάδυση ενός νέου πολιτικού διπολισμού/δικομματισμού θίγει τον χαρακτήρα του νεότερου πολιτικού συστήματος και κυρίως αγγίζει το πρόβλημα της αλλαγής του. Δηλαδή, η ανάδειξη των διαφόρων αντισυμβατικών πολιτικών προσώπων με σημαντικά εκλογικά ποσοστά (δες ακροδεξιά κόμματα) υποκρύπτει όχι την αληθινή ταύτιση της βούλησης της κοινωνίας με τις απόψεις αυτών, αλλά τη δυσπιστία και τη διάθεση διαμαρτυρίας απέναντι στους κραταιούς πολιτικούς σχηματισμούς, οι οποίοι από την μεριά τους αναζητούν τρόπους προσαρμογής στη νέα εποχή.
Η λύση σε όλα τα παραπάνω είναι η ανάγκη προσαρμογής του πολιτικού συστήματος σε μοντέλα επαρκώς επιτυχημένα, αξιοποιώντας στο έπακρο την διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, λύνοντας ζητήματα όπως η λειτουργία της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, η λειτουργία και ο ρόλος των κοινοβουλευτικών ομάδων και γενικότερα μίας νέας πρότασης πολιτειακής διακυβέρνησης. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να εγκαθιδρυθεί μία νέα πολιτική πραγματικότητα και η οποία περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο θα προσδιορίζεται από μία ολοσχερώς δικομματική υφή. Και αυτή η δικομματική δόμηση δεν μπορεί να επιτευχθεί μακριά από τις δυτικές αξίες...
*O Σταύρος Σταυράκογλου είναι Διεθνολόγος-Οικονομολόγος, πρώην πρόεδρος Συνεταιριστικής Τράπεζας Έβρου