Μικρά καθημερινά και ελληνικά
Γράφει ο Θόδωρος Ρουσόπουλος
Ημερήσιο ταξίδι στην Αίγινα. Ωραίο νησί, ευλογημένο για τους πιστούς χριστιανούς λόγω της παρουσίας του Αγίου Νεκταρίου στις αρχές του 20ου αιώνα εκεί, συγκεντρώνει επισκέπτες από διάφορες χώρες και κυρίως Έλληνες που συνήθως πάνε να προσκυνήσουν.
Στα καφενεία και τα εστιατόρια, που εγώ κάθισα, οι άνθρωποι ήταν πολύ εξυπηρετικοί, ενώ σε μια μικρή μονάδα ενοικιαζομένων δωματίων όπου είχαν καταλύσει στενοί συγγενείς μου, βρήκα τα πάντα τακτοποιημένα και καθαρά χωρίς ίχνος παλαιάς ελληνικής τσαπατσουλιάς ή προχειρότητας.
Η επιστροφή μου χάλασε λίγο τις εντυπώσεις αφού παρ’ ολίγον να γίνω μάρτυρας ενός άγριου φονικού μωρού παιδιού στο καρότσι του από… αμέλεια. Το ομώνυμο του Αγίου πλοίο με το οποίο ταξίδευα, έπιανε αργά το απόγευμα στην προβλήτα του Πειραιά. Ο εντεταλμένος ναύτης πέταξε το σκοινί στην αποβάθρα για να το τραβήξουν οι λιμενεργάτες και να δέσουν τους κάβους. Το σκοινί αυτό έχει στην άκρη του μια βαριά μπάλα που το κατευθύνει προς την ξηρά χωρίς να το παίρνει αέρας. Οι λιμενικοί που ήταν εκείνη την ώρα στην προβλήτα, συζητούσαν μεταξύ τους και δεν είχαν απαγορεύσει την κυκλοφορία στους πεζούς. Μια μητέρα λοιπόν περνούσε με το μωρό της στο καρότσι. Η βαριά μπάλα που έσερνε το σκοινί του κάβου, «έσκασε» ακριβώς στο έδαφος δίπλα στο προσκέφαλο του καροτσιού και του μωρού. Η μητέρα όταν συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί ή μάλλον τι θα μπορούσε να συμβεί, έφυγε τρέχοντας. Είχε άγιο θα έλεγε κάποιος πιστός, είχε τύχη βουνό κάποιος άλλος.
Σε κάθε περίπτωση η προχειρότητα και των δύο πλευρών, των λιμενικών από την μία και των εργαζομένων στο πλοίο από την άλλη, παρ’ ολίγο να γίνει πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων και φυσικά και παγκοσμίως για τους κανόνες ασφαλείας που δεν τηρούνται στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, εν μέσω ασφυκτιούσης τουριστικής κίνησης.
Λίγες ημέρες μετά, μόλις προχθές την Πέμπτη, διαβάζω για την ταλαιπωρία που υπέστησαν οι επιβάτες του μετρό εξ αιτίας της γενικής συνέλευσης των εργαζομένων, οι οποίοι αποφάσισαν να διακόψουν την λειτουργία των συρμών για να συζητήσουν τα συνδικαλιστικά τους ζητήματα. Το ίδιο γίνεται και σε πολλές άλλες επαγγελματικές τάξεις. Και οι δημοσιογράφοι όταν έχουν γενική συνέλευση διακόπτουν την εργασία τους. Αυτό βεβαίως ίσως και να χαροποιεί κάποιους, αλλά δεν είναι της παρούσης να το σχολιάσουμε.
Αναρωτιόμουν εάν οι εργαζόμενοι στους ελβετικούς σιδηροδρόμους όταν έχουν γενική συνέλευση σταματάνε τα τραίνα; Μπήκα να ψάξω στο διαδίκτυο αλλά δεν βρήκα σχετική καταχώριση. Μετά έψαξα βάζοντας το λήμμα «απεργία στους ελβετικούς σιδηροδρόμους» και εκεί μόνον που δεν γέλασε η Google μαζί μου. Οι εργαζόμενοι σε αυτούς είναι οι πλέον ευχαριστημένοι από την εργοδοσία τους υπάλληλοι και δεν απεργούν.
Για να συγκριθούμε όμως με μια μεσογειακή χώρα πρέπει να πούμε πως η κατάσταση με τις απεργίες είναι παρόμοια στην Γαλλία. Ωστόσο το θέμα εδώ δεν είναι οι απεργίες αλλά οι γενικές συνελεύσεις.
Στην εποχή της τεχνολογίας και της ταχύτητας ουδεμία συνδικαλιστική ένωση, ημών των δημοσιογράφων περιλαμβανομένων, σκέφτηκε πως αντί για διαρκείς στάσεις εργασίας και χιλιάδες χαμένες εργατοώρες ώσπου να επιτευχθεί η πολυπόθητη
απαρτία, θα μπορούσαμε να ψηφίζουμε μέσω ατομικών κωδικών και ιντερνέτ, ώστε να μην παρακωλύεται η ομαλή ζωή των υπολοίπων εργαζομένων.
Βεβαίως θα μου πείτε, εάν δεν υπήρχε ο συνδικαλισμός της φωνής του αμφιθεάτρου και των εντυπώσεων θα είμαστε Ελβετία, ενώ εμείς προτιμούμε την πτωχή πλην τίμια Ελλάδα.