ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
«Λοιπόν, έχουμε πόλεμο...». Οχι, δεν το είπε (ακόμη) ο Κυριάκος...
Το είπε ο Ιωάννης Μεταξάς, αντιδρώντας στo τελεσίγραφο που του παραδόθηκε από τον Ιταλό πρέσβη στην Αθήνα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου του 1940. Το τελεσίγραφο κατέλυε de facto την ελληνική κυριαρχία, καθώς ζητούσε από την ελληνική κυβέρνηση να δοθεί η άδεια στον ιταλικό στρατό να καταλάβει διάφορες στρατηγικές θέσεις, χωρίς αυτές να κατονομάζονται.
Μια παρόμοια απειλή της κατάλυσης de facto της ελληνικής κυριαρχίας ενέχει η δημοσίευση στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αιτήσεων για χορήγηση από την τουρκική κυβέρνηση άδειας έρευνας και εκμετάλλευσης στην Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ) σε περιοχές ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Η δημοσίευση της πράξης αυτής της γείτονος αποτελεί ουσιαστικά τετελεσμένο πριν από την τυπική παραχώρηση συμβολαίων επί 24 οικοπέδων στην κρατική εταιρεία ΤΡΑΟ. Δηλαδή, άδεια για έρευνες σε οικόπεδα, κάποια εκ των οποίων βρίσκονται από 6 μίλια και πλέον ανατολικά της Κρήτης, της Κάσου, της Καρπάθου και της Ρόδου και επικαλύπτουν μέρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ο διαχωρισμός των οικοπέδων έχει γίνει, βεβαίως, με βάση τις πρόνοιες του τουρκολιβυκού μνημονίου, το οποίο ακολουθείται ως ο οδηγός, αλλά και με την πάγια τουρκική θέση ότι τα ελληνικά νησιά δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα, αλλά μόλις 6 ναυτικά μίλια χωρικών υδάτων.
Διάχυτη είναι πλέον η απειλή πολέμου. Το πώς προστατεύει η Ελλάδα τα δικαιώματα που έχει εντός της απολύτως νέας προσδιορισμένης γεωγραφικά περιοχής που διεκδικεί η Τουρκία, η απάντηση θα δοθεί σύντομα... και δεν θα είναι καλή. Στο μείζον ερώτημα αν ο Ερντογάν επιδιώκει τον πόλεμο, η απάντηση είναι: Όχι. Όμως, με όπλο τον φόβο που προκαλεί στον ελληνικό λαό ένας πόλεμος, ο Ερντογάν επιδιώκει να επιβάλει πλέον το σύνολο των διεκδικήσεων που η Τουρκία θεωρεί ως διαφορές της με την Ελλάδα (επικαιροποίηση «Λωζάννης», αποστρατιωτικοποίηση νήσων Αιγαίου, εύρος χωρικών υδάτων, ΑΟΖ, Κυπριακό), ας μην υπάρχουν αυταπάτες.
Σήμερα η Τουρκία μπορεί επισήμως να διεκδικεί τα πάντα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, αλλά εμείς επιμένουμε ότι τα κυριαρχικά μας δικαιώματα εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο και στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και... μπλα, μπλα, μπλα. Ύστερα, όμως, από τόσες δεκαετίες αδιέξοδου διαλόγου, η επίκλησή τους χρησιμεύει μόνον ως άλλοθι για την αποτυχία μας, που πλέον είναι κραυγαλέα. Ο διάλογος με την Τουρκία έχει ξεκινήσει από το 1974 και έχουμε συζητήσει με την Άγκυρα επί συνολικά 30 χρόνια (1975-1980, 1988, 1990-1993, 1996-1998, 1999-2017). Διότι οι απαιτήσεις της Τουρκίας ξε-περνούν κατά πολύ εκείνα που η Ελλάδα μπορεί να «δώσει» σε μια διαπραγμάτευση.
Ο Ερντογάν τώρα βιάζεται... Η Ελλάδα, πάλι, κινείται μεταξύ δύο εντελώς διαφορετικών δογμάτων. Το δόγμα Μολυβιάτη είναι η μία άποψη. Σύμφωνα με αυτήν, η Αθήνα πρέπει να αποφύγει να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών ή να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο για την επίλυση των διαφορών της με την Άγκυρα, αλλά παράλληλα να προετοιμάζεται και να μην παραμένει αδρανής. Υπάρχει και ένα άλλο δόγμα, με «πάτρωνα» ίσως το ΕΛΙΑΜΕΠ ή τους εθνομηδενιστές του Σημίτη και μιας νέας χυδαίας νεοφιλελεύθερης αντίληψης, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να λυθούν σύντομα οι διαφορές, γιατί θα υπάρξουν «μερίσματα ειρήνης» μέσω της συνεκμετάλλευσης, καθώς και της μείωσης των εξοπλισμών κ.ά.
Ωστόσο, καμία ελληνική κυβέρνηση, υπό τις σημερινές συνθήκες, δεν θα μπορέσει να αναλάβει το κόστος μιας αναπόφευκτης ήττας μέσα από τελική διαπραγμάτευση ή και προσφυγή στο Δικαστήριο. Η απόσταση ανάμεσα στις προσδοκίες του ελληνικού λαού και την πολιτική προπαγάνδα είναι τεράστια. Επειδή, όμως, είναι «γυμνή» και απροετοίμαστη, ενδέχεται, υπό την πίεση του διεθνούς παράγοντα, να καθίσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης υπό δυσμενείς όρους. Αυτόν τον κίνδυνο πρέπει να αποφύγουμε, ενισχύοντας την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων και, επιτέλους, να επιδιώξουμε στρατιωτικές συμφωνίες με ισχυρούς συμμάχους στο παγκόσμιο σκηνικό. Ξυπνήστε... Το πρόβλημά μας με τον Τούρκο εχθρό δεν είναι γεωπολιτικό, αλλά είναι πρωτίστως γεωστρατηγικό. Αυτά.
Μια παρόμοια απειλή της κατάλυσης de facto της ελληνικής κυριαρχίας ενέχει η δημοσίευση στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αιτήσεων για χορήγηση από την τουρκική κυβέρνηση άδειας έρευνας και εκμετάλλευσης στην Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ) σε περιοχές ελληνικής υφαλοκρηπίδας.
Η δημοσίευση της πράξης αυτής της γείτονος αποτελεί ουσιαστικά τετελεσμένο πριν από την τυπική παραχώρηση συμβολαίων επί 24 οικοπέδων στην κρατική εταιρεία ΤΡΑΟ. Δηλαδή, άδεια για έρευνες σε οικόπεδα, κάποια εκ των οποίων βρίσκονται από 6 μίλια και πλέον ανατολικά της Κρήτης, της Κάσου, της Καρπάθου και της Ρόδου και επικαλύπτουν μέρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ο διαχωρισμός των οικοπέδων έχει γίνει, βεβαίως, με βάση τις πρόνοιες του τουρκολιβυκού μνημονίου, το οποίο ακολουθείται ως ο οδηγός, αλλά και με την πάγια τουρκική θέση ότι τα ελληνικά νησιά δεν διαθέτουν υφαλοκρηπίδα, αλλά μόλις 6 ναυτικά μίλια χωρικών υδάτων.
Διάχυτη είναι πλέον η απειλή πολέμου. Το πώς προστατεύει η Ελλάδα τα δικαιώματα που έχει εντός της απολύτως νέας προσδιορισμένης γεωγραφικά περιοχής που διεκδικεί η Τουρκία, η απάντηση θα δοθεί σύντομα... και δεν θα είναι καλή. Στο μείζον ερώτημα αν ο Ερντογάν επιδιώκει τον πόλεμο, η απάντηση είναι: Όχι. Όμως, με όπλο τον φόβο που προκαλεί στον ελληνικό λαό ένας πόλεμος, ο Ερντογάν επιδιώκει να επιβάλει πλέον το σύνολο των διεκδικήσεων που η Τουρκία θεωρεί ως διαφορές της με την Ελλάδα (επικαιροποίηση «Λωζάννης», αποστρατιωτικοποίηση νήσων Αιγαίου, εύρος χωρικών υδάτων, ΑΟΖ, Κυπριακό), ας μην υπάρχουν αυταπάτες.
Οι απαιτήσεις της Τουρκίας ξεπερνούν κατά πολύ εκείνα που η Ελλάδα μπορεί να «δώσει» σε μια διαπραγμάτευση
Σήμερα η Τουρκία μπορεί επισήμως να διεκδικεί τα πάντα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, αλλά εμείς επιμένουμε ότι τα κυριαρχικά μας δικαιώματα εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο και στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και... μπλα, μπλα, μπλα. Ύστερα, όμως, από τόσες δεκαετίες αδιέξοδου διαλόγου, η επίκλησή τους χρησιμεύει μόνον ως άλλοθι για την αποτυχία μας, που πλέον είναι κραυγαλέα. Ο διάλογος με την Τουρκία έχει ξεκινήσει από το 1974 και έχουμε συζητήσει με την Άγκυρα επί συνολικά 30 χρόνια (1975-1980, 1988, 1990-1993, 1996-1998, 1999-2017). Διότι οι απαιτήσεις της Τουρκίας ξε-περνούν κατά πολύ εκείνα που η Ελλάδα μπορεί να «δώσει» σε μια διαπραγμάτευση.
Ο Ερντογάν τώρα βιάζεται... Η Ελλάδα, πάλι, κινείται μεταξύ δύο εντελώς διαφορετικών δογμάτων. Το δόγμα Μολυβιάτη είναι η μία άποψη. Σύμφωνα με αυτήν, η Αθήνα πρέπει να αποφύγει να καθίσει στο τραπέζι των συνομιλιών ή να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο για την επίλυση των διαφορών της με την Άγκυρα, αλλά παράλληλα να προετοιμάζεται και να μην παραμένει αδρανής. Υπάρχει και ένα άλλο δόγμα, με «πάτρωνα» ίσως το ΕΛΙΑΜΕΠ ή τους εθνομηδενιστές του Σημίτη και μιας νέας χυδαίας νεοφιλελεύθερης αντίληψης, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να λυθούν σύντομα οι διαφορές, γιατί θα υπάρξουν «μερίσματα ειρήνης» μέσω της συνεκμετάλλευσης, καθώς και της μείωσης των εξοπλισμών κ.ά.
Ωστόσο, καμία ελληνική κυβέρνηση, υπό τις σημερινές συνθήκες, δεν θα μπορέσει να αναλάβει το κόστος μιας αναπόφευκτης ήττας μέσα από τελική διαπραγμάτευση ή και προσφυγή στο Δικαστήριο. Η απόσταση ανάμεσα στις προσδοκίες του ελληνικού λαού και την πολιτική προπαγάνδα είναι τεράστια. Επειδή, όμως, είναι «γυμνή» και απροετοίμαστη, ενδέχεται, υπό την πίεση του διεθνούς παράγοντα, να καθίσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης υπό δυσμενείς όρους. Αυτόν τον κίνδυνο πρέπει να αποφύγουμε, ενισχύοντας την αποτρεπτική ισχύ των Ενόπλων Δυνάμεων και, επιτέλους, να επιδιώξουμε στρατιωτικές συμφωνίες με ισχυρούς συμμάχους στο παγκόσμιο σκηνικό. Ξυπνήστε... Το πρόβλημά μας με τον Τούρκο εχθρό δεν είναι γεωπολιτικό, αλλά είναι πρωτίστως γεωστρατηγικό. Αυτά.