Εγώ... ή το χάος
Οταν οι λαοί φοβούνται -και μεταξύ αυτών οι Ελληνες, που με τρόμο βλέπουν πως η κρατική χρεοκοπία εξακολουθεί να διαλύει με ισχυρούς ρυθμούς την ελληνική οικονομία-, τότε, για να περιγράψουμε την κατάσταση, πρέπει να παραφράσουμε τον Μαρξ:
Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω από τη χώρα μας - το φάντασμα του χάους. Ενα φάντασμα που πλέον, όλο και πιο καταγγελτικά, ακούγεται από τα χείλη του πρωθυπουργού σε βάρος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για δόλιες σκέψεις εναντίον της χώρας, και από τον κ. Μητσοτάκη εναντίον του κ. Τσίπρα. Στη γερμανική πρωτεύουσα είναι διάχυτη η εντύπωση ότι ο Eλληνας πρωθυπουργός παίζει ξανά όχι μόνο τη δική του πολιτική τύχη, αλλά και την τύχη της Ελλάδας και του ευρώ κορώνα-γράμματα. Oσο για την κοινωνία των 4,5 εκατ. φτωχών, των εκατομμυρίων ανέργων, των ανθρώπων που δεν έχουν ελπίδα για το μέλλον τους, των χιλιάδων παιδιών που εγκαταλείπουν τη χώρα, αυτή έχει παραιτηθεί, δεν τους πιστεύει...
Κακά τα ψέματα, το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό οικοδόμημα έχει εισαχθεί και παραμένει σε τροχιά κατάρρευσης. Προφανώς και βιώνουμε μια κρίση μετάβασης σε μια κοινωνία διαφορετική, σε μια άλλη διάταξη των παγκόσμιων δυνάμεων και σχέσεων. Ούτε καν το μέλλον της Ελλάδας ως ευρωπαϊκής επαρχίας είναι εξασφαλισμένο. Η καταστροφή από μια επερχόμενη κρίση συχνά έρχεται πολύ αργά. Πρόκειται για αξίωμα, κάτι σαν «βρώμικο» μυστικό, της οικονομικής πολιτικής. Αυτοί που τη χαράσσουν και είναι υπεύθυνοι για την πορεία της οικονομίας αργούν να αντιληφθούν (;) τις συνέπειες που εκκολάπτει η διάλυση του ιστού της χώρας. Επειτα αργούν να αντιδράσουν. Το εξοργιστικό είναι ότι, ενώ οι κοινοί θνητοί έχουν πλήρη επίγνωση των προβλημάτων και των κινδύνων πολύ προτού αυτά γίνουν αντιληπτά (;) στους πολιτικούς φωστήρες και τους οικονομολογούντες καθηγητές και λοιπούς..., εντούτοις αυτοί καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα. Η οικονομία μπορεί να είναι παγκοσμιοποιημένη, αλλά η πολιτική παραμένει τοπική υπόθεση.
Ο κ. Τσίπρας, κατηγορώντας πάντοτε τον κ. Μητσοτάκη ότι υπηρετεί στρατηγική υπαγωγής της χώρας σε νέο Μνημόνιο, παραδέχθηκε προχθές ότι πιθανή αποτυχία των διαπραγματεύσεων και της δεύτερης αξιολόγησης ενδεχομένως να οδηγήσει και σε εκλογές. Μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, αφού δήλωσε ότι εμμένει στο χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται στο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου για να ληφθούν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και να ανοίξει η συζήτηση για τα μεσομακροπρόθεσμα, κατήγγειλε ξανά τη Ν.Δ. ότι επιδιώκει την αποτυχία της διαπραγμάτευσης, την οποία έχει θέσει, όπως είπε, στο επίκεντρο του πολιτικού σχεδιασμού της. Ως προς το Κυπριακό, ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με την κυβέρνηση της Κύπρου, αλλά επανέλαβε -πολύ ορθά- ότι στο θέμα των εγγυήσεων και της ασφάλειας «θα έχουμε άποψη και δικαίωμα χειρισμού».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ν.Δ. εξήγησε ότι η πολιτική αλλαγή δεν καθίσταται αναγκαία μόνον από την αποτυχία της κυβέρνησης στην οικονομία, αλλά και επειδή «μόνο μια σταθερή, σοβαρή και αξιόπιστη κυβέρνηση μπορεί να εκμεταλλευθεί τις ανακατατάξεις προς όφελος των συμφερόντων της χώρας». Μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ., ο κ. Μητσοτάκης εξέφρασε, επίσης, την ανησυχία του για τα εθνικά θέματα και τις τεκτονικές γεωπολιτικές εξελίξεις, που η κυβέρνηση αντιμετωπίζει χωρίς ξεκάθαρη εθνική στρατηγική, και κάλεσε σε συστράτευση τις δυνάμεις που στέκονται απέναντι στην ανευθυνότητά της. Αλλά απογοητευτική κρίνεται η θέση του ως προς το Κυπριακό του κ. Μητσοτάκη, δηλώνοντας απλώς ότι αξιολογούνται «με ιδιαίτερη προσοχή και ανησυχία τα βήματα υπαναχώρησης της τελευταίας στιγμής της άλλης πλευράς, όπως αυτά που έγιναν στην Ελβετία».
Ολόκληρη η Μεταπολίτευση, δηλαδή η περίοδος μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, που προκάλεσε η εθνικά καταστρεπτική χούντα της Αθήνας, πέρασε με τη μονότονη επίκληση ενός όρου: τα «εθνικά μας δίκαια», που συνήθως κάποιοι μας τα καταπατούν. Είναι ένας όρος στο βάθος του τραγικός, καθώς υποδηλώνει ένα κράτος και ένα έθνος το οποίο περιμένει παθητικά από τους άλλους να του αναγνωρίσουν εκείνα που το ίδιο οφείλει να προστατεύσει για τον εαυτό του. Ο όρος «εθνικά δίκαια» και η διαρκής κλάψα που γεννά η αντίληψη ότι αυτά καταπατώνται από τους ισχυρούς του κόσμου τούτου ή/και τους επιθετικούς γείτονες, υπήρξε επί δεκαετίες ένα δηλητήριο στην καρδιά της χώρας. Στον κόσμο της διεθνούς πολιτικής δεν υπάρχουν εθνικά δίκαια. Υπάρχουν εθνικά συμφέροντα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να σταματήσει κανείς να επικαλείται εκείνο που πιστεύει ως συμβατό με τη διεθνή νομιμότητα. Εκείνο, όμως, που δεν μπορεί και δεν πρέπει να κάνει είναι να περιμένει ότι αυτή η νομιμότητα θα εγερθεί από μόνη της και θα λύσει τα προβλήματα μιας χώρας. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Στους άξονες προτεραιότητας, πρώτη όλων πρέπει να είναι η υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων. Ούτε δίκαια, ούτε άδικα: εθνικά συμφέροντα και εθνικά οφέλη.
Είμαστε μπροστά σε πολύ μεγάλες προκλήσεις, γιατί βρισκόμαστε στην αρχή μιας διαδικασίας «επαναρρύθμισης» του κόσμου, στην οποία μέλλον έχουν εκείνοι που διαθέτουν την ικανότητα να δουν μπροστά και συνθετικά, αλλά και είναι αποφασισμένοι να λάβουν ενεργό θέση στους νέους καταμερισμούς ισχύος. Αυτό είναι που πάνω απ’ όλα χρειάζεται να πετύχει σήμερα η Ελλάδα. Γιατί και τα φαντάσματα κάποτε εκδικούνται.