«Ξέρετε πολλούς ηγέτες οι οποίοι εκλέγονται με το πρόγραμμα Μελανσόν, όπως ο Ελληνας πρωθυπουργός, και παραμένουν στην εξουσία;», διερωτώνται τα ισχυρά κέντρα εξουσίας στην Ευρώπη, όπως μας ενημερώνει η «Monde», με την ευκαιρία συμπλήρωσης δύο ετών στην εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ. «Ο Τσίπρας είναι ένας πραγματικός Μακιαβέλι και αυτό αρέσει», είναι η απάντηση!

Οντως, ο παρεξηγημένος, δημοκρατικών καταβολών Μακιαβέλι (δεν υπήρξε ποτέ φιλομοναρχικός) εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια ως ο περισσότερο δημοφιλής Δυτικός στοχαστής και οι προτροπές του, συγκεκριμένα το κεφάλαιο 18 του «Ηγεμόνα» του, περί αθέτησης πολιτικών υποσχέσεων και χειραγώγησης των πολιτών προβάλλουν εμμονικά ως υπόδειγμα (θετικό ή αρνητικό) άσκησης εξουσίας.

Ο Μακιαβέλι, που μάλλον καταγράφει την εποχή του (και τη δική μας) παρά σκιαγραφεί ένα πολιτικό ιδεώδες, πρέσβευε ότι ο επιτυχημένος ηγεμόνας καθοδηγείται όχι από το θρησκευτικό δόγμα ή τα ηθικά παραγγέλματα, αλλά από την αυστηρά ωφελιμιστική επιλογή των μέσων που είναι κατάλληλα για τους σκοπούς του. Ο ηγεμόνας θα πρέπει να προκαλεί και αγάπη και φόβο. Να πείθει ότι είναι ζήτημα ζωής και θανάτου η διατήρηση της εξουσίας του... Ο Μακιαβέλι φωτίζει τη σταθερή προσκόλλησή μας σε ναυαγισμένες αξίες.

Είναι, λοιπόν, ο Τσίπρας Μακιαβέλι; Σίγουρα έχει ήδη επιδείξει μεγάλη ικανότητα προσαρμογής. Αλλά μαζί και τυχοδιωκτισμό και κακοσερβιρισμένη «απείθεια» για την ικανοποίηση του ακροατηρίου (π.χ., ότι δεν πιστεύει στο Μνημόνιο ή καταγγέλλει τη συμμετοχή του ΔΝΤ, αλλά δεν έχει άλλη εναλλακτική λύση). Στην πολιτική τα πάντα μετατρέπονται στο αντίθετό τους με τρόπο μαγικό (με κομματικές εξυπηρετήσεις σερβιρισμένες στο πιάτο του κοινού καλού, με «γενναία» ή κεκαλυμμένα ψεύδη, με αποσιωπήσεις, μισές αλήθειες). Ομως, γιατί αρέσει ο ΤσίπραςΜακιαβέλι; Πού θα καταφέρουν στο κλονιζόμενο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, με τους δεδηλωμένους ή μασκαρεμένους ακροδεξιούς στόχους, να επιβάλουν τη δική τους σταθερότητα; Ο Μακιαβέλι στόχευε στη διάρκεια (η ίδια η ζωή δεν είναι ο σεβασμός της διάρκειας, το αίσθημα της παντοτινής, άφθαρτης ύπαρξης;). Ομως με κάθε μέσον, θεμιτό και αθέμιτο. Θεωρούσε ότι μπορείς να αθετείς τις υποσχέσεις σου, όμως επιβάλλεται να διατηρείς την αξιοπιστία σου, να πείθεις ότι δεν τις έχεις στην πραγματικότητα αθετήσει. Δηλαδή, να είσαι και κατεργάρης και δαιμόνιος και αδείλιαστος, και αλεπού και τσακάλι και λέων. Αλλά στην περίπτωση Τσίπρα διαπιστώνεται ότι η αξιοπιστία του έχει κλονιστεί επικίνδυνα.

Δύσκολα εμφανίζεται στην Ιστορία τέτοια οβιδιακή μεταμόρφωση, τέτοια μετάλλαξη ενός πολιτικού ηγέτη, όπως αυτή του κ. Τσίπρα. Και το ίδιο δύσκολα ένα αριστερό κόμμα, ή έστω το μέρος εκείνο του κομματικού σώματος που του απέμεινε, παρακολουθεί αυτή τη μετεξέλιξη, προσπαθώντας να μιλήσει τη γλώσσα που μιλούσε πριν να αυτομολήσει στην πολιτική που αντιμαχόταν. Σπανίως, επίσης, στην Ιστορία αυτή η μεταμόρφωση συντελείται τόσο γρήγορα. Και τόσο ξετσίπωτα…

Πού πήγε, όμως, η ιερή αγανάκτηση του λαού τώρα, που όλα είναι χειρότερα; Μίσησε τόσο πολύ τους προηγούμενους, ώστε έδωσε σε αυτούς οσηδήποτε ανοχή χρειαστεί; Τους πίστεψε τόσο πολύ, ώστε ακόμα ζει στη φαντασίωση που του χάρισαν απλόχερα μέχρι να νιώσει στην τσέπη του την πραγματικότητα; Και απλά παρακολουθεί απαθής να του βάζουν μεγαλύτερους φόρους αυτοί που κατήγγειλαν την υπερφορολόγηση, να του αυξάνουν εισιτήρια και χαράτσια αυτοί που τον καλούσαν να μην τα πληρώνει, να του μειώνουν την επιδότηση πετρελαίου οι ίδιοι που μιλούσαν για δολοφόνους με μαγκάλια, να κόβουν τη χρηματοδότηση του ΕΣΥ εκείνοι που μιλούσαν για νοσοκομεία-νεκροταφεία, να αφήνουν χιλιάδες κενά στα σχολεία αυτοί που ούρλιαζαν για εγκατάλειψη της δημόσιας Παιδείας, να περικόπτουν μισθούς και να εξολοθρεύουν συντάξεις αυτοί που μιλούσαν για βίαιη φτωχοποίηση των Ελλήνων, να διογκώνουν την ανεργία αυτοί που αδιακόπως φώναζαν για τους 1,5 εκατομμύριο ανέργους (για αυτοκτονίες δεν ακούει πια, γιατί προφανώς σταμάτησαν να καταμετρώνται);.

Μια σουρεαλιστική αντιστροφή της πραγματικότητας γεφυρώνει την απάντησή τους ανάμεσα στις δύο εποχές: «Εμείς διαπραγματευτήκαμε σκληρά -όχι όπως οι άλλοι, επειδή εμάς μας εκβίασαν-, οι άλλοι το πίστευαν, εμάς είναι αντίθετο στην ιδεολογία μας». Δεν χρειάστηκε καν να προσπαθήσουν να επινοήσουν κάτι σοβαρότερο από αυτό το φαιδρό στόρι «και τώρα δίκιο έχουμε και τότε δίκιο είχαμε». Με αυτό πήραν δύο φορές τις εκλογές από τα αποδυτήρια και με αυτό κέρδισαν την εξέδρα χωρίς να παίξουν μπάλα. Επειδή όμως δεν γίνεται να κυβερνήσεις για πολύ με επικοινωνία, το μέγα ερώτημα είναι πότε θα υποστεί τη συντριβή του ο κ. Τσίπρας.

Το τρομακτικότερο. Η ιντελιγκέντσια του ΣΥΡΙΖΑ πίστευε πως ένα περιφερόμενο πάνω από τα κεφάλια της Ευρώπης απειλητικό «φάντασμα της Αριστεράς», με βάση τον τρόπο με τον οποίο ο υπαρκτός σοσιαλισμός εφάρμοσε το απάνθρωπο, ολοκληρωτικό, φασιστικό πρόγραμμά του (ερήμην του Μαρξ και των οραμάτων του), δεν θα εξέθετε τη διακυβέρνηση του Τσίπρα. Η Αριστερά ούτε φάντασμα είναι ούτε απειλή ούτε έρχεται ως εκδικητής. Ούτε ρητορεύει ασύστολα ούτε κομπορρημονεί. «Αριστερά», όμως, που ουρλιάζει μέσα στις γυαλιστερές, τριτοκοσμικές εκπομπές των τηλεοράσεων είναι όντως το φάντασμα της Αριστεράς. Παραφράζοντας τη διάσημη αρχή του Κομμουνιστικού Μανιφέστου: «Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη το φάντασμα του κομμουνισμού κ.λπ.», το «φάντασμα (sic) του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς» εξακολουθεί να πλανιέται τώρα πάνω από τα δικά μας κεφάλια...