ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΑΠΛΩΣ απογοητευτικό να παρακολουθεί κανείς τις οβιδιακές µεταµορφώσεις της διαπραγµατευτικής τακτικής µε τον Σόιµπλε και το ∆ΝΤ που ακολουθεί το ηγετικό επιτελείο της κυβέρνησης Τσίπρα. Οι ελπίδες της κοινωνίας να τερµατιστεί η πολιτική αυτή που εφαρµόζεται από το 2010 και παγίδευσε τη χώρα σε οικονοµική χρεοκοπία και εθνική κηδεµονία έσβησαν. Ηδη οικοδοµείται όλο και πιο βίαια µια «ανίερη» στάση των ΣΥΡΙΖΑίων µε τους «ψεκασµένους», που ακροβατούν από κοινού στην «υπέρβαση ξεπερασµένων(!) διαχωριστικών γραµµών»… Ενα ψεύδος που, επίσης, καλλιεργείται στον λαό είναι πως παραµένουν έτοιµοι για τη ρήξη. Οµως, εγώ τους πληροφορώ ότι τα ισχυρά κέντρα εξουσίας στην Εσπερία τούς έχουν πάρει πρέφα. Προφανώς, ο παραπλανητικός αριστερός λαϊκισµός εξακολουθεί να υποστηρίζει τα περί ρήξης.

ΣΤΟ ΒΑΤΕΡΛΩ των αριστερών επιλογών... συµπυκνώνεται το tragic story του Τσίπρα. Η υποταγή κυβέρνησης και κόµµατος στους δανειστές µε το πρόσχηµα της «β’ αξιολόγησης», όπως µε την πρώτη, παραµένει κραταιά. Οι πολλοί έχουν αρχίσει σιγά-σιγά να συνειδητοποιούν τη ζοφερή αλήθεια: Η υποταγή και η τυφλή συµµόρφωση και της Αριστεράς είναι που, µαζί µε τον ένοχο ραγιαδισµό µας, µας διαλύουν οριστικά. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται η µείζων ίσως διαφορά της τρέχουσας συγκυρίας σε σχέση µε το παρελθόν. Αν, λοιπόν, υπάρχει κάτι που διαφοροποιεί την τρέχουσα κατάσταση από τις προηγούµενες, αυτό είναι το «γκρέµισµα» οποιασδήποτε απτής ελπίδας και προοπτικής.

ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΥΤΟ, ο πολιτικός λόγος της κυβέρνησης Τσίπρα ηχεί κούφιος και ανεπαρκής. Ακόµα και αν οποιαδήποτε προληπτικά µέτρα για µετά το 2018 θεωρηθούν «αναγκαία» -και κατά πάσα πιθανότητα είναι «αναγκαία»-, η αδήριτη αυτή ανάγκη συναρτάται µε την αντικειµενική διαπίστωση πολιτικής αδυναµίας να χαραχθούν εναλλακτικές πορείες εξόδου από την κρίση στη βάση αδέσµευτων και πρωτογενών εθνικών επιλογών. Για την άρχουσα γνώµη η ιδέα της προστασίας και της περιχαράκωσης της εθνικής οικονοµίας και µαζί της η ιδέα της εθνικής πορείας προς την ανάπτυξη και την προκοπή οφείλουν να εγκαταλειφθούν -ξανά και ξανάως ανιστόρητες χίµαιρες. Τα χέρια που ρίχνουν τους κύβους είναι πάντα ξένα. Και, υπ’ αυτούς τους όρους, δεν µπορεί να είναι παρά µια λευκή επιταγή για την αποδοχή των όρων υποταγής εκ µέρους της κυβέρνησης Τσίπρα στην έξωθεν επικαθοριζόµενη «πραγµατικότητα». Το πολιτικό φαίνεται να συνοψίζεται -και να εξαντλείταιστη ρεαλιστική αναγνώριση της αδυσώπητης ισχύος των γεγονότων.

ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΗ σε δογµατικές προσωπικές απόψεις και στερούµενη πολιτικής εµπειρίας, η κυβέρνηση Τσίπρα παγίδευσε την Ελλάδα. Με ιαχές ότι διώχνουν την τρόικα και καταργούν το Μνηµόνιο, «νόµιζαν» ότι είχαν καταλάβει τα όρια και τις διαθέσεις των δανειστών. Είτε δεν είχαν/έχουν καταλάβει τίποτα, είτε παίχτηκε/παίζεται ένα αθέµιτο στοίχηµα: της µπλόφας. Επτά χρόνια µετά το Καστελλόριζο, η χώρα δεν έχει ένα ρεαλιστικό, αποτελεσµατικό κεντρικό σχέδιο δράσης. Τα µόνα πλάνα που σκαρώνονται είναι τα διαδοχικά και αλληλοαναιρούµενα σχέδια επιθετικής διαχείρισης της κοινής γνώµης, για εσωτερική και διεθνή κατανάλωση. Που, κι αυτά, µόλις έρθουν σε επαφή µε την πραγµατικότητα των δανειστών, καταρρέουν. Γίνονται θρύψαλα – όπως τώρα. Είναι όµως έτσι; Ιδού το µεγάλο παράδοξο: Μόνο µε συνεχή περιφρόνηση προς τις προεκλογικές υποσχέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ εξασφαλίζει την επιδοκιµασία των δανειστών! Μόνο, όµως, που αυτό ισοδυναµεί µε µια γενναία περιφρόνηση της ∆ηµοκρατίας.

ΟΠΩΣ ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ των Μνηµονίων, έτσι και αυτή του Τσίπρα ισχυρίστηκε ότι µπορεί να κυβερνήσει χωρίς όρους, Μνηµόνια, υποχρεώσεις και προϋποθέσεις. Επεα πτερόεντα… Με κορυφαίο το δηµοφιλές αίτηµα να διαγραφεί το δηµόσιο χρέος µας. ∆εν υπάρχουν καλές λύσεις, µόνο οδυνηρές επιλογές ανταλλακτικού χαρακτήρα. «Τhere are no solutions, only trade-offs» έλεγε ο Thomas Sowell. Αυτοί που αποσπούν τα περισσότερα δεν είναι µόνο οι ισχυρότεροι, αλλά κι εκείνοι που ξέρουν να προωθούν τα συµφέροντά τους καλλιεργώντας αποτελεσµατικές συµµαχίες, οικοδοµώντας εµπιστοσύνη και αξιοπιστία. Οχι ακραίες ρήξεις, αδιάλλακτες συγκρούσεις και θεαµατικές καταγγελίες.

ΒΕΒΑΙΩΣ, είναι τοις πάσι γνωστό ότι ποτέ δεν έπαυσε να θεωρείται η χώρα µας δελεαστικό προτεκτοράτο και µια χρήσιµη, λόγω της γεωστρατηγικής της θέσης, αποικία. Μια Ελλάδα που, αδικώντας τον εαυτό της, εθίστηκε σχεδόν από γεννησιµιού της να κρέµεται από ξένα χείλη, για να πληροφορηθεί για το µέλλον της, και από ξένα χέρια, που τη «βοηθούν» και την καθοδηγούν ώστε να υλοποιήσει το υπαγορευµένο µέλλον της συµφωνεί, δεν συµφωνεί. Με το προδιαγραφόµενο µέλλον µας, που δεν θα είναι παρά το παρόν µας επιδεινωµένο, ουδείς συµφωνεί. Οµως ανατροπή ενός «σηµαδεµένου» παιχνιδιού µε τα αµέτρητα αδιέξοδα που έχουν συσσωρευτεί σε µια κατεστραµµένη χώρα, µε µια διαλυµένη κοινωνία και µε πολιτικούς ακατάλληλους να αντιδράσουν ουσιαστικά και αποτελεσµατικά, δεν νοείται…

ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΛΕΝΕ απερίσκεπτα ότι ικανοποιούνται µε µια «αριστερή» κυβέρνηση, αποφασισµένη να λέει στους δανειστές «Φτάνει πια» είναι για γέλια και για κλάµατα. Επειδή, απλώς, πρόκειται περί «εθνικής πλάνης». Καθώς συγχέουν την περιβόητη διαπραγµάτευση «εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου» µε την ευθεία «σύγκρουση». Η σκληρή προηγούµενη περίοδος αφήνει ήττες και ερείπια… Επτά ολόκληρα χρόνια, χωρίς σηµάδια πραγµατικής ανάκαµψης. Η παραγωγή κάτω από τα όρια του συναγερµού, η αποβιοµηχάνιση πλήρης, οι επενδύσεις µηδενικές, η ανεργία εφιάλτης. Οι επιχειρήσεις κλείνουν µε ρυθµό που δεν ανακόπτεται, οι τράπεζες έχουν απορροφήσει για «ανακεφαλαιοποίηση» ποσά µυθώδη, αστρονοµικά, αλλά παραµένουν βυθισµένες σε τοξικούς σωρούς «κόκκινων» δανείων.