Η Γερμανία στήνει οχυρά με τον χρυσό... Τι συμβαίνει;
Η βιασύνη της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, της περιβόητης Bundesbank, να επαναπατρίσει αποθέματα χρυσού αναστάτωσε κατ’ αρχήν τους ίδιους τους Γερμανούς. Και οι ποικίλες φήμες που προκλήθηκαν κατέκλυσαν τα ισχυρά χρηματοπιστωτικά κέντρα Νέας Υόρκης, Λονδίνου και Βασιλείας.
Τα αποθέματα 3.378 τόνων χρυσού και αξίας 120 δισ. ευρώ είχαν σταλεί για φύλαξη σε ασφαλή θησαυροφυλάκια στο αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, μακριά από το βεληνεκές της Μόσχας, αποτελώντας το σύμβολο της γερμανικής οικονομικής ανόδου και τον φύλακα της σταθερότητάς της.
Με την Ευρώπη, όμως, του Brexit, και τον παραληρηματικό κίνδυνο του Grexit, του Frexit, του Italexit κ.λπ, το Βερολίνο ανησυχούσε για τη διατήρηση του χρυσού στο εξωτερικό. Ορισμένοι, μάλιστα, ισχυροί τραπεζίτες υποστηρίζουν ότι τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού στον κόσμο μπορεί να χρειασθούν για να στηρίξουν ένα «νέο γερμανικό μάρκο», εάν διαλυθεί η ευρωζώνη. Η Bundesbank επαναπάτρισε τα μισά αποθέματά της από τη Νέα Υόρκη και το Παρίσι πολύ πριν από το 2020, όπως προβλεπόταν, με τα υπόλοιπα να παραμένουν στην Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και την Τράπεζα της Αγγλίας.
Ο θόρυβος μεταφέρθηκε και στην Αθήνα, εξαναγκάζοντας την Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας να ανακοινώσει ότι «η φύλαξη μέρους του χρυσού και εκτός συνόρων αποτελεί διεθνή πρακτική σχεδόν για όλες τις κεντρικές τράπεζες». Απαντώντας σε επικριτικά δημοσιεύματα αναφορικά με τη διαχείριση του χρυσού, η ΤτΕ διευκρίνισε ότι: Στην έκθεση του διοικητή, και ειδικότερα στον ισολογισμό της, δημοσιεύεται ακριβώς το ποσό του χρυσού που κατέχει η τράπεζα. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, την 31η Δεκεμβρίου 2016 τα διαθέσιμα και οι απαιτήσεις σε χρυσό φτάνουν τους 149,1 τόνους και η αξία τους τα 5,26 δισ. ευρώ. Το ήμισυ σχεδόν των διαθεσίμων σε χρυσό βρίσκεται στο θησαυροφυλάκιο της Τραπέζης της Ελλάδος, από το οποίο δεν έχει μετακινηθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Το υπόλοιπο φυλάσσεται εδώ και πολλές δεκαετίες στην Τράπεζα της Αγγλίας, στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Νέας Υόρκης στις ΗΠΑ και στην Ελβετία. Οπως προκύπτει από την ανακοίνωση, το 2003 επί διακυβέρνησης Σημίτη, αποφάσισε η Τράπεζα της Ελλάδος να πωλήσει 20 τόνους χρυσού από τα συνολικά αποθέματά της. Δηλαδή ένα πρόσθετο μέγα έγκλημα του Σημιτιστάν.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το 98% του γερμανικού χρυσού φυλάχθηκε στο εξωτερικό. Η Bundesbank ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι μεταφέρθηκαν επιτυχώς ράβδοι χρυσού 13 δισ. δολαρίων στη Φρανκφούρτη. Με την ολοκλήρωση της μεταφοράς του, θα διατηρεί 1.236 τόνους στη Νέα Υόρκη, 432 τόνους στο Λονδίνο και τους υπόλοιπους στη Φρανκφούρτη. Εχοντας μεταφέρει ήδη 583 τόνους χρυσού, η τρέχουσα μεταφορά αφορά 300 τόνους από τη Νέα Υόρκη και 374 τόνους από το Παρίσι.
Οι Γερμανοί, που δεν ήταν υπέρμαχοι του ευρώ, μπορεί να κοιμούνται σήμερα πιο ήσυχα. Αφού επί σειρά ετών βρίσκονταν στο εξωτερικό, τα αποθέματα χρυσού της Γερμανίας -ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος τους- είναι ξανά στη Φρανκφούρτη. Αλλά, ενώ μπορεί να νιώθουν ασφαλέστεροι, ελλοχεύει κίνδυνος αποσταθεροποίησης από την απομάκρυνση των αποθεμάτων τους από τη Νέα Υόρκη. Μέχρι τότε διατηρούνταν στο Μανχάταν για ιστορικούς λόγους. Θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει τον ρόλο του χρυσού στην εποχή του ηλεκτρονικού νομίσματος bitcoin και των ηλεκτρονικών πληρωμών. Τουλάχιστον για ορισμένους Γερμανούς που νοσταλγούν το μάρκο, ο χρυσός είναι μια δικλίδα ασφαλείας στον κόσμο του ευρώ, που έχει κλονιστεί αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια.
Από καθαρά επιστημονική άποψη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο χρυσός δεν είναι πια απαραίτητος, σχολιάζει ο Γιοργκ Κράιμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank. «Ωστόσο, η αξιοπιστία ανέκαθεν έπαιζε σημαντικό ρόλο. Ο χρυσός θεωρείται αξιόπιστος. Οπότε συνεχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο». Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, όταν η χώρα ήταν κυριολεκτικά στην επικίνδυνη ζώνη της σύγκρουσης μεταξύ καπιταλισμού και κομμουνισμού, η Δυτική Γερμανία μετέφερε στο εξωτερικό σχεδόν το σύνολο των αποθεμάτων της σε χρυσό, επειδή φοβόταν την κλοπή τους από μια εισβολή των Σοβιετικών. Ακόμα και μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, το 1989, ο χρυσός έμεινε στο εξωτερικό.
Ο λόγος που κάποια από τα αποθέματα θα παραμείνουν στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο είναι πως αποτελούν τα μεγαλύτερα κέντρα παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στον κόσμο. Ετσι, εάν συμβεί ένα καταστροφικό οικονομικό γεγονός, όπως η κατάρρευση του ευρώ, θα είναι άμεση και διαχειρίσιμη η αξιοποίηση του χρυσού. Μέχρι σήμερα, η Γερμανία έχει πωλήσει μόνον χρυσό στη μορφή αναμνηστικών κερμάτων. Οι Γερμανοί μπορεί να νιώθουν ασφαλέστεροι με τον επαναπατρισμό του χρυσού τους στη Φρανκφούρτη, αλλά ελλοχεύει κίνδυνος αποσταθεροποίησης από την απομάκρυνση των αποθεμάτων τους από τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο. Αυτόν τον προβληματισμό αναπτύσσει ο Τζέιμς Ρίκαρντς, ειδικός στον χρυσό και συγγραφέας του βιβλίου «The New Case for Gold» (Η Νέα Επιχειρηματολογία για τον Χρυσό). Ο λόγος είναι ότι τα αποθέματα χρυσού των κεντρικών τραπεζών μισθώνονται συχνά στις εμπορικές τράπεζες, οι οποίες τα χρησιμοποιούν ως βάση σε τίτλους που είναι συνδεδεμένοι με το πολύτιμο μέταλλο. Εάν βρίσκονται στη Φρανκφούρτη, δεν θα κυκλοφορεί τόσος χρυσός στο τραπεζικό σύστημα και έτσι θα υπάρχουν μικρότερες ποσότητες για αποθήκευση σε μια περίοδο που η ζήτηση είναι υψηλή.
Ομως, ο χρυσός δεν είναι χρήμα... Στον κόσμο των έντονων εμπορικών ανταγωνισμών, κάθε χώρα πορευόταν με το δικό της όπλο στις διεθνείς συναλλαγές. Ανεξάρτητα από τον χρυσό ή τον άργυρο, το πάνω χέρι στο παγκόσμιο εμπόριο το είχε πάντα όποιος ήλεγχε εκείνο το εμπόρευμα το οποίο είχε τη μεγαλύτερη ζήτηση. Στο παρελθόν, τα σιτηρά ήταν ένα τέτοιο εμπόρευμα. Γι’ αυτό ο Λένιν έλεγε: «Τα σιτηρά είναι το νόμισμα των νομισμάτων» (το ίδιο λέει σήμερα ο Πούτιν για το φυσικό αέριο). Οποιες χώρες είχαν πλεόνασμα σιτηρών, όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία και ο Καναδάς, μπορούσαν να ασκήσουν επιρροή στις χώρες που είχαν έλλειμμα. Τον 18ο αιώνα ήρθε η σειρά του βαμβακιού. Σε αυτό χρωστούσε την ευημερία της η Ινδία πριν από την αποικιοκρατία. Ωσπου ήρθε η Βιομηχανική Επανάσταση. Τότε, η Μεγάλη Βρετανία φρόντισε να καταστρέψει την ινδική βιομηχανία βάμβακος, ανοίγοντας, έτσι, τον δρόμο για τη δική της βιομηχανική υφαντουργία. Υστερα κυριάρχησε το πετρέλαιο και μαζί με αυτό το δολάριο, αφού το πετρέλαιο αποτιμάται διεθνώς σε δολάρια. Ομως, στην εικονική οικονομία που ζούμε σήμερα (η ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί είναι πολλαπλάσια από την αξία της πραγματικής οικονομίας), το χρέος των χωρών έχει γίνει κι αυτό χρήμα.
Η συνολική ποσότητα χρυσού που έχουν στην κατοχή τους οι χώρες ανέρχεται σε 5,144 δισ. ουγγιές (160.000 τόνους). Αν τη διαιρέσουμε με τον παγκόσμιο πληθυσμό (6,88 δισ. ανθρώπους), αντιστοιχούν 0,75 ουγγιές χρυσού κατά κεφαλήν. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, μόνο 11 χώρες του κόσμου έχουν αρκετά αποθέματα χρυσού που να εξασφαλίζουν τουλάχιστον 0,75 ουγγιές χρυσού κατά κεφαλήν. Οπως το χρήμα και τα χρέη, και ο χρυσός είναι άδικα μοιρασμένος. Τον Μεσαίωνα, η ζωή ενός ανθρώπου άξιζε μία ουγγιά χρυσάφι. Τόσο έπρεπε να πληρώσει ένας κατάδικος για να γλιτώσει την κρεμάλα. Σήμερα δεν θα γλίτωνε κανείς. Είτε με χρήμα είτε με χρυσό, κάποιοι είναι πάντα καταδικασμένοι.
Το διαβάσαμε στο ependisinews.gr