Ένα από τα πιο συνηθισμένα τεχνάσματα στο σκάκι είναι το λεγόμενο «ναπολεόντειο» ματ, που επινόησε ο Ναπολέων Βοναπάρτης, εφαρμοζόμενο στο Σκοπιανό με βασική αρχή τον θρίαμβο των σύγχρονων Προστάτιδων Δυνάμεων -δηλαδή του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.- υπέρ της συμφωνίας Τσίπρα - Ζάεφ. Αντίθετα, στη Νέα Δημοκρατία, μετά τη συμφωνία στις Πρέσπες, ουδείς είναι σε θέση να κάνει ακόμη το «ναπολεόντειο» ματ...

Πνίγηκαν σε μια κουταλιά νερό από την προπαγάνδα ενός γνωστού τουρκόφιλου Γερμανού δημοσιογράφου της «Frankfurter Allgemeine Zeitung» που εκτοξεύθηκε από την Αγκυρα, παραμονές μιας νέας ιστορικής εκλογικής νίκης του Ερντογάν. Αμέσως, το καθεστώς του Μνημονίου βγήκε στην... αντίσταση με το ερώτημα εάν και πώς θα την εφαρμόσει τη συμφωνία η Ν.Δ., εφόσον γίνει κυβέρνηση!

«Δεν έχουν ακούσει οι φίλοι μας οι Γερμανοί για την ελληνική “kolotoumba”; Δεν μπορεί! Ολος ο κόσμος μιλά γι’ αυτή την προσφορά των Ελλήνων στην πολιτική. Κι έπειτα, οι Γερμανοί συνεργάστηκαν με τον Τσίπρα, δεν θα συνεργαστούν με τον Μητσοτάκη; Ας ηρεμήσουμε, λοιπόν, οι φιλελεύθεροι και ας σταθμίσουμε τι από τα δύο έχει το μεγαλύτερο βάρος:

η Μακεδονία ή η οικονομία;», επισημαίνει η κασηματική πέννα που εκφράζει τη σημιτική παρακμή. Τόσο μπανάλ ζήτημα, λοιπόν, έχει καταντήσει η έννοια του ΕΘΝΟΥΣ, αναρωτιέται ο καθείς... Και -ξανά και ξανά- αρχίζει να κυριεύει τη μνήμη μου η ταπεινωτική για τη χώρα μας πάγια άποψη της ακαδημαϊκής και πολιτικής ελίτ της Γερμανίας, που τη συμμερίζονται πλέον οι δανειστές μας και οι χώρες-δορυφόροι τους. Και υποστηρίζουν πως «από την εποχή του Φαλμεράιερ», που μας παρουσιάζει σαν «εμποράκους Λεβαντίνους» που κάνουν «ντόρο» για να πάρουν δήθεν «κάτι», «η εικόνα αυτή της χώρας σας παραμένει»!

Στην εποχή της φτηνιάρικης ιδεολογίας των νεοφιλελευθέρων, της κυριαρχίας των εθνολαϊκιστών και της κίτρινης επιτυχίας, της μικρομεσαίας ρηχότητας και της μικροαστικής ΣΥΡΙΖΑίικης θρασύτητας, που την εισπράττουμε πολύ παράξενα, νομίζω, να επισημανθεί ότι ο λαϊκισμός της κομμουνιστικής μετάλλαξης και των ακροδεξιών πλησιάζουν ως προς τη ρητορική τους. Η ρητορεία τους είναι σχεδόν ταυτόσημη. Η εξέλιξη αυτή καθιστά πιο προβληματική την επικράτηση της κοινωνικά φιλελεύθερης Δεξιάς στην εξουσία, καθώς επιτρέπει παράδοξες συμμαχίες που εκπέμπουν αλλόκοτες προεκλογικές υποσχέσεις.

Ο λαϊκισμός, όπως τον περιγράφουν με δικούς τους όρους οι αρχαίοι, υποβιβάζει σταδιακά τους πολίτες, αλλά και την ποιότητα της Δημοκρατίας. Ομως, η ώρα της κορυφαίας πολιτικής αναμέτρησης στην Ελλάδα έχει αρχίσει, με συνέπεια να καθιστά τον ΣΥΡΙΖΑϊκό λαϊκισμό περισσότερο ευάλωτο - ήδη φθαρμένο και εξασθενημένο από το βάρος της διάψευσής του. Τον καθιστά, όμως, και περισσότερο ευέλικτο.

Οχι μόνο επειδή έχει προλάβει να αναπτύξει εξουσιαστικό πλεονέκτημα -με διοικητικά, μιντιακά και παραθεσμικά ερείσματα-, αλλά επειδή έχει ταυτόχρονα καλλιεργήσει έναν πολιτικό χαμαιλεοντισμό, που του επιτρέπει να εμφανίζεται πότε αντιευρωπαϊκός και πότε «ανοιχτόμυαλος» απέναντι στους Ευρωπαίους και γενικότερα στις Προστάτιδες Δυνάμεις, πότε σοσιαλίζων και πότε θιασώτης των επενδύσεων.

Σε όλους εσάς «που επιτρέπετε να γίνουν σάπιοι συμβιβασμοί», απαντώ πως έτσι συνομολογείται το «άυλο εθνικό κόστος». Πρόκειται για εκείνη τη ζημιά η οποία δεν κοστολογείται με τους συνήθεις οικονομικούς όρους. Είναι ζημιά στην επιβίωση της πατρίδας, στην ιστορία, στην κοινωνία, στον τρόπο που σκέφτεται και δρα ο πολίτης.

Για το εθνικό κόστος που είναι πέρα από την οικονομία. Και αυτό το κόστος λέγεται εθισμός στην πολιτική της Αριστεράς. Για όσους έχουν κλασική παιδεία, το φαινόμενο αυτό λέγεται «μιθριδατισμός», δηλαδή ο εθισμός σε επικίνδυνα πράγματα και καταστάσεις και τελικά η αποδοχή τους.

Τα περίπου τρία χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. έχουν προκαλέσει αυτή την τεράστια «άυλη εθνική ζημιά».