ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ντεμέτριο Στράτος: 40 χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου πρωτοποριακού μουσικού
Πριν 40 χρόνια, στις 13 Ιουνίου 1979, έφευγε από τη ζωή ένας από τους πιο καινοτόμους μουσικούς του 20ου αιώνα, ο ελληνικής καταγωγής Ντεμέτριο Στράτος (Demetrio Stratos, ή κατά κόσμον Ευστράτιος Δημητρίου). Η πορεία του καθόρισε πολλά ρεύματα της πρωτοποριακής progressive μουσικής και άλλαξε πολλές εδραίες πεποιθήσεις για τη χρήση της φωνής και της λειτουργίας της μέσα στη μουσική σύνθεση, εισάγοντας παράλληλα την τεχνική της performance στη σκηνική παρουσία.
Ο Ντεμέτριο Στράτος, γεννήθηκε στις 22 Απριλίου 1945 στην Αλεξάνδρεια από Έλληνες Αιγυπτιώτες γονείς, τους Ιωάννη Δημητρίου και Αθανασία Αρχοντογιώργη. Έως 13 ετών μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια, όπου σπούδασε πιάνο και ακορντεόν. Τα πολυποίκιλα ακούσματα της παιδικής του ηλικίας στην κοσμοπολίτικη και πολυπολιτισμική εκείνη πόλη καθόρισαν τον σχηματισμό της μουσικής του προσωπικότητας και επέδρασαν καθοριστικά στο σύνολο του καλλιτεχνικού του έργου.
Το 1962 μετακόμισε με την οικογένειά του στο Μιλάνο της Ιταλίας και γράφτηκε στην Αρχιτεκτονική σχολή του Πολυτεχνείου. Το 1963 δημιούργησε το πρώτο του μουσικό συγκρότημα, που έπαιζε σόουλ, μπλουζ και Ρυθμ & Μπλουζ. Το 1967 αποτελεί ένα κομβικό έτος για την μετέπειτα πορεία του Στράτος, καθώς προσχώρησε σαν οργανίστας και τραγουδιστής στο beat συγκρότημα «I Ribelli» (Οι Επαναστάτες), που έγινε ευρύτερα γνωστό, δημιουργώντας μεγάλες επιτυχίες, όπως τα τραγούδια «Chi mi aiuterà», «Oh Darling!» και ιδίως το «Pugni chiusi» (σφιγμένες γροθιές), που αποτέλεσε το μουσικό σύμβολο-συνώνυμο της Ιταλίας της επαναστατημένης και καινοτόμου δεκαετίας του ’60. Το 1969, το συγκρότημα των I Ribelli κυκλοφορεί τον ομώνυμο στούντιο δίσκο του και την αμέσως επόμενη χρονιά ο Δημητρίου αποχώρησε από το συγκρότημα, και δημιούργησε ένα νέο πρωτοποριακό γκρουπ, με Βρετανούς μουσικούς στη σύνθεσή του και αφιερώθηκε επίσης στη μελέτη της φωνητικής λειτουργίας και της μουσικής, με παράδειγμα ακόμη την φωνητική συμπεριφορά της νεογέννητης κόρης του Αναστασίας (1970). Το 1971 κυκλοφόρησε το single «Daddy's dream» για πρώτη φορά με το επίσημο ιταλικό του όνομά Demetrio Stratos.
Το 1972 ο Δημητρίου και ο ντράμερ Giulio Capiozzo ίδρυσαν τους Area, ένα progressive rock, jazz fusion μουσικό συγκρότημα, το οποίο έως και σήμερα θεωρείται το πιο σημαντικό και δημιουργικό σχήμα του είδους στην Ιταλία. Τo 1973 o Δημητρίου συμμετείχε στην 8η Μπιενάλε του Παρισιού, ενώ με τους Area κυκλοφόρησε το άλμπουμ Arbeit Macht Frei («Η Εργασία Απελευθερώνει») τίτλος που αναφέρεται στην επιγραφή της εισόδου του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης Άουσβιτς. Το 1974, οι Area συμμετείχαν σε πολλά φεστιβάλ. Ο Δημητρίου αρχίζει να ερευνά ακόμη πιο λεπτομερειακά τις δυνατότητες της φωνητικής λειτουργίας, επεκτείνοντας τις έρευνές του στις πρακτικές άλλων πολιτισμών της Ασίας και της Μέσης Ανατολής.
Στο Μιλάνο άρχισε να συνεργάζεται με το πειραματικό και performance art που ιδρύθηκε το 1959, στα πλαίσια του διεθνούς καλλιτεχνικού κινήματος Fluxus. Ο Στράτος συνέβαλε σημαντικά στα έργα του μεγάλου σύγχρονου συνθέτη Τζον Κέιτζ, τραγουδώντας στο άλμπουμ του «Sixty-Two Mesostics Re Merce Cunningham» σε μια διασκευή για σόλο φωνή. Το έργο αυτό εν συνεχεία παρουσιάστηκε σε πολλά φεστιβάλ ακροατηρίων αποτελούμενων κυρίως από νεανικά πλήθη, όπως το φεστιβάλ της προλεταριακής νεολαίας στο Λάμπρο Παρκ του Μιλάνου, όπου ο Δημητρίου το παρουσίασε σε κοινό 15.000 ατόμων. Αργότερα, συνέβαλε στις ηχογραφήσεις του άλμπουμ Nova Musicha N. 1: John Cage (CRSLP 6101), ενώ με τους Area ηχογράφησε το 2ο στούντιο άλμπουμ τους, Caution Radiation Area.
Το 1975, ο Στράτος μελετούσε τη συγκριτική μουσικολογία, ιδίως ό,τι αφορά τη φωνητική απόδοση και την αρμονία. Τα συμπεράσματά του εκφράσθηκαν παραγωγικά στον δίσκο του Metrodora, του οποίου ο τίτλος αναφέρεται στη Βυζαντινή φυσικό του 6ου αιώνα μ.Χ. Μετροδώρα, το 1976. Κατά την περίοδο αυτή ο Δημητρίου σπούδαζε ψυχανάλυση, σε μια προσπάθειά του να εξερευνήσει τη σχέση ομιλούσας γλώσσας και ψυχής, ενώ παρουσιάστηκε και ως ομιλητής σε πολυάριθμα σεμινάρια του Ινστιτούτου Γλωσσολογίας και Φωνητικής (Istituto di Glottologia e Fonetica) του Πανεπιστημίου της Πάντοβας, διαμορφώνοντας την προσωπική του «Παιδαγωγική της φωνής». Στην Πάντοβα, επίσης, συνεργάστηκε με το Κέντρο Φωνιατρικής (Centro Medico di Foniatria), επάνω στα όρια της γλώσσας, συνδυάζοντας την υπάρχουσα έρευνά του με τις καινούργιες σπουδές και μελέτες του, θεωρείται ότι επεσήμανε τη σχέση γλώσσας και ψυχής και προσέφερε γνώση επάνω στη σχέση των δύο τελευταίων με τους ήχους που παρήγαγαν οι δικές του φωνητικές χορδές, τις οποίες θεωρούσε ως μια ενότητα συνιστώσα μουσικό όργανο.
Το 1977, οι φωνητικές του ικανότητες έγιναν αντικείμενο έρευνας του καθηγητή Φράνκο Φερέιροo, του Πανεπιστημίου της Πάντοβα, σε ντοκιμαντέρ το αποτέλεσμα της οποίας κατέληξε σε δύο επιστημονικές εκδόσεις και σε ένα ντοκιμαντέρ με τον τίτλο «Suonare la voce». Το 1978, στα πλαίσια της Δέκατης Παγκόσμιας Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών (X Internationals Biennale of Young Artists), διοργάνωσης του Ατελιέ Ραδιοφωνικής Δημιουργίας (Atelier de Création Radiophonique)εκπροσώπησε την Ελλάδα, εμφανιζόμενος με το έργο του Daniel Caux «Musics at an Exhibition», στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού (Musée d'Art Moderne de la Ville de Paris).
Ατέλειωτος είναι έπειτα ο κατάλογος των συμμετοχών του σε σημαντικά διεθνή γεγονότα, παραστάσεις και περφόρμανς, ενώ μετά την επιστροφή του από μία ερευνητική περίοδο στην Κούβα, ηχογράφησε το ηχητικό ποίημα « Ο Τζίτζηρας ο Μίτζιρας» (O Tzitziras o Mitziras), στο οποίο αποπειράθηκε να εξερευνήσει την ονοματοποιητική ισχύ του ομώνυμου ελληνικού γλωσσοδέτη, Με πρόσκληση του Κέιτζ δίδαξε στο Κέντρο για την Πειραματική Μουσική (Center for Experimental Music) του Πανεπιστημίου του Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια, επάνω στις δυνατότητες της ανθρώπινης φωνής
Τον Ιανουάριο του 1979, ο Δημητρίου ηχογράφησε το Le Milleuna, ερμηνεία συνολικής διάρκειας μίας ώρας, σε στίχους του πρόσφατα χαμένου μεγάλου Ιταλού ποιητή και συγγραφέα Νάνι Μπαλεστρίνι. Τον επόμενο μήνα μετέβη στο Παρίσι για την ερμηνεία του χαρακτήρα Αντονέν Αρτό, σε μια θεατρική διασκευή που διοργάνωσε το France Culture, και συνεργάσθηκε με τους Πάολο Τοφάνι και Μάουρο Παγκάνι για τον σχεδιασμό του show «Rock' n' roll Exhibition», μιας απόπειρας επανεμφάνισης στο προσκήνιο της αίγλης των χαρακτηριστικών καλλιτεχνών του rock and roll της δεκαετίας του ΄50. Επίσης συμμετείχε στα γυρίσματα της κινηματογραφικής παραγωγής «Poésie Ininterrompue», συνεργασίας του France Culture και του σκηνοθέτη Claude Royet-Journoud. Συνεργάστηκε ακόμα με το Μουσικό Ωδείο «G. Verdi» του Μιλάνου, παραδίδοντας μαθήματα επάνω στη Σημειωτική της Φωνητικής στη Σύγχρονη Μουσική, τα οποία διήρκεσαν έως το Μάρτιο. Την Παρασκευή 30 Μαρτίου ο Δημητρίου εμφανίστηκε για τελευταία φορά σε συναυλία, στο «Teatrino di Villa Reale»στη Μόντσα.
Τον Απρίλιο του ίδιου έτους, ο Δημητρίου διαγνώστηκε με σοβαρή περίπτωση απλαστικής αναιμίας. Στις 2 Απριλίου νοσηλεύτηκε στην Πολυκλινική του Μιλάνου, η κατάσταση της υγείας του όμως επιδεινώθηκε δραματικά και μεταφέρθηκε στο Memorial Hospital της Νέας Υόρκης για θεραπεία. Οι φίλοι του στην Ιταλία διοργάνωσαν συναυλία, σαν αρωγή προς τα ιατρικά έξοδα της νοσηλείας του και πολυάριθμοι καλλιτέχνες αποδέχθηκαν την πρόσκληση να εμφανιστούν στις 14 Ιουνίου, σε μία συναυλία μνήμης, με πάνω από εκατό καλλιτέχνες, που εμφανίστηκαν σε κοινό 100.000 ατόμων, στην Arena του Μιλάνου, γεγονός που θεωρείται πως αποτέλεσε την πρώτη και σημαντικότερη ενωτική συνάθροιση για τη νεολαία της Ιταλίας. Ο Δημητρίου απεβίωσε την προηγούμενη ημέρα από τη συναυλία, στις 13 Ιουνίου του 1979, σε ηλικία 34 ετών, αναμένοντας τη μεταφορά μοσχεύματος μυελού των οστών. Ως επίσημο μοιραίο αίτιο αναφέρθηκε το μυοκαρδιακό έμφραγμα, γνωστότερο και ως καρδιακό επεισόδιο.
Ο θάνατός του αποτέλεσε ένα πλήγμα όχι μόνο για την avant-garde και πειραματική μουσική κοινότητα, που τον θεωρούσε ως το σημαντικότερο και αντιπροσωπευτικότερο μέλος της, αλλά και το σύνολο της μουσικής σκηνής της εποχής. Μάλιστα, κυκλοφόρησε η φήμη πως ο Στράτος έβλαψε ο ίδιος την υγεία του λόγω των μυστικών και επικίνδυνων πρακτικών εξάσκησής του για να εξερευνήσει τα όρια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και ο ίδιος παρομοιάστηκε με μοντέρνο Ίκαρο, τιμωρημένο για την επισφαλή πτήση του προς τον ήλιο. Στον τάφο του στο Σαλσοματζόρε, στην Πάρμα, έχουν χαραχθεί οι πρώτοι στίχοι από την Οδύσσεια του Ομήρου «Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον».
Ο Ντεμέτριο Στράτος, γεννήθηκε στις 22 Απριλίου 1945 στην Αλεξάνδρεια από Έλληνες Αιγυπτιώτες γονείς, τους Ιωάννη Δημητρίου και Αθανασία Αρχοντογιώργη. Έως 13 ετών μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια, όπου σπούδασε πιάνο και ακορντεόν. Τα πολυποίκιλα ακούσματα της παιδικής του ηλικίας στην κοσμοπολίτικη και πολυπολιτισμική εκείνη πόλη καθόρισαν τον σχηματισμό της μουσικής του προσωπικότητας και επέδρασαν καθοριστικά στο σύνολο του καλλιτεχνικού του έργου.
Το 1962 μετακόμισε με την οικογένειά του στο Μιλάνο της Ιταλίας και γράφτηκε στην Αρχιτεκτονική σχολή του Πολυτεχνείου. Το 1963 δημιούργησε το πρώτο του μουσικό συγκρότημα, που έπαιζε σόουλ, μπλουζ και Ρυθμ & Μπλουζ. Το 1967 αποτελεί ένα κομβικό έτος για την μετέπειτα πορεία του Στράτος, καθώς προσχώρησε σαν οργανίστας και τραγουδιστής στο beat συγκρότημα «I Ribelli» (Οι Επαναστάτες), που έγινε ευρύτερα γνωστό, δημιουργώντας μεγάλες επιτυχίες, όπως τα τραγούδια «Chi mi aiuterà», «Oh Darling!» και ιδίως το «Pugni chiusi» (σφιγμένες γροθιές), που αποτέλεσε το μουσικό σύμβολο-συνώνυμο της Ιταλίας της επαναστατημένης και καινοτόμου δεκαετίας του ’60. Το 1969, το συγκρότημα των I Ribelli κυκλοφορεί τον ομώνυμο στούντιο δίσκο του και την αμέσως επόμενη χρονιά ο Δημητρίου αποχώρησε από το συγκρότημα, και δημιούργησε ένα νέο πρωτοποριακό γκρουπ, με Βρετανούς μουσικούς στη σύνθεσή του και αφιερώθηκε επίσης στη μελέτη της φωνητικής λειτουργίας και της μουσικής, με παράδειγμα ακόμη την φωνητική συμπεριφορά της νεογέννητης κόρης του Αναστασίας (1970). Το 1971 κυκλοφόρησε το single «Daddy's dream» για πρώτη φορά με το επίσημο ιταλικό του όνομά Demetrio Stratos.
Το 1972 ο Δημητρίου και ο ντράμερ Giulio Capiozzo ίδρυσαν τους Area, ένα progressive rock, jazz fusion μουσικό συγκρότημα, το οποίο έως και σήμερα θεωρείται το πιο σημαντικό και δημιουργικό σχήμα του είδους στην Ιταλία. Τo 1973 o Δημητρίου συμμετείχε στην 8η Μπιενάλε του Παρισιού, ενώ με τους Area κυκλοφόρησε το άλμπουμ Arbeit Macht Frei («Η Εργασία Απελευθερώνει») τίτλος που αναφέρεται στην επιγραφή της εισόδου του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης Άουσβιτς. Το 1974, οι Area συμμετείχαν σε πολλά φεστιβάλ. Ο Δημητρίου αρχίζει να ερευνά ακόμη πιο λεπτομερειακά τις δυνατότητες της φωνητικής λειτουργίας, επεκτείνοντας τις έρευνές του στις πρακτικές άλλων πολιτισμών της Ασίας και της Μέσης Ανατολής.
Στο Μιλάνο άρχισε να συνεργάζεται με το πειραματικό και performance art που ιδρύθηκε το 1959, στα πλαίσια του διεθνούς καλλιτεχνικού κινήματος Fluxus. Ο Στράτος συνέβαλε σημαντικά στα έργα του μεγάλου σύγχρονου συνθέτη Τζον Κέιτζ, τραγουδώντας στο άλμπουμ του «Sixty-Two Mesostics Re Merce Cunningham» σε μια διασκευή για σόλο φωνή. Το έργο αυτό εν συνεχεία παρουσιάστηκε σε πολλά φεστιβάλ ακροατηρίων αποτελούμενων κυρίως από νεανικά πλήθη, όπως το φεστιβάλ της προλεταριακής νεολαίας στο Λάμπρο Παρκ του Μιλάνου, όπου ο Δημητρίου το παρουσίασε σε κοινό 15.000 ατόμων. Αργότερα, συνέβαλε στις ηχογραφήσεις του άλμπουμ Nova Musicha N. 1: John Cage (CRSLP 6101), ενώ με τους Area ηχογράφησε το 2ο στούντιο άλμπουμ τους, Caution Radiation Area.
Το 1975, ο Στράτος μελετούσε τη συγκριτική μουσικολογία, ιδίως ό,τι αφορά τη φωνητική απόδοση και την αρμονία. Τα συμπεράσματά του εκφράσθηκαν παραγωγικά στον δίσκο του Metrodora, του οποίου ο τίτλος αναφέρεται στη Βυζαντινή φυσικό του 6ου αιώνα μ.Χ. Μετροδώρα, το 1976. Κατά την περίοδο αυτή ο Δημητρίου σπούδαζε ψυχανάλυση, σε μια προσπάθειά του να εξερευνήσει τη σχέση ομιλούσας γλώσσας και ψυχής, ενώ παρουσιάστηκε και ως ομιλητής σε πολυάριθμα σεμινάρια του Ινστιτούτου Γλωσσολογίας και Φωνητικής (Istituto di Glottologia e Fonetica) του Πανεπιστημίου της Πάντοβας, διαμορφώνοντας την προσωπική του «Παιδαγωγική της φωνής». Στην Πάντοβα, επίσης, συνεργάστηκε με το Κέντρο Φωνιατρικής (Centro Medico di Foniatria), επάνω στα όρια της γλώσσας, συνδυάζοντας την υπάρχουσα έρευνά του με τις καινούργιες σπουδές και μελέτες του, θεωρείται ότι επεσήμανε τη σχέση γλώσσας και ψυχής και προσέφερε γνώση επάνω στη σχέση των δύο τελευταίων με τους ήχους που παρήγαγαν οι δικές του φωνητικές χορδές, τις οποίες θεωρούσε ως μια ενότητα συνιστώσα μουσικό όργανο.
Το 1977, οι φωνητικές του ικανότητες έγιναν αντικείμενο έρευνας του καθηγητή Φράνκο Φερέιροo, του Πανεπιστημίου της Πάντοβα, σε ντοκιμαντέρ το αποτέλεσμα της οποίας κατέληξε σε δύο επιστημονικές εκδόσεις και σε ένα ντοκιμαντέρ με τον τίτλο «Suonare la voce». Το 1978, στα πλαίσια της Δέκατης Παγκόσμιας Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών (X Internationals Biennale of Young Artists), διοργάνωσης του Ατελιέ Ραδιοφωνικής Δημιουργίας (Atelier de Création Radiophonique)εκπροσώπησε την Ελλάδα, εμφανιζόμενος με το έργο του Daniel Caux «Musics at an Exhibition», στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού (Musée d'Art Moderne de la Ville de Paris).
Ατέλειωτος είναι έπειτα ο κατάλογος των συμμετοχών του σε σημαντικά διεθνή γεγονότα, παραστάσεις και περφόρμανς, ενώ μετά την επιστροφή του από μία ερευνητική περίοδο στην Κούβα, ηχογράφησε το ηχητικό ποίημα « Ο Τζίτζηρας ο Μίτζιρας» (O Tzitziras o Mitziras), στο οποίο αποπειράθηκε να εξερευνήσει την ονοματοποιητική ισχύ του ομώνυμου ελληνικού γλωσσοδέτη, Με πρόσκληση του Κέιτζ δίδαξε στο Κέντρο για την Πειραματική Μουσική (Center for Experimental Music) του Πανεπιστημίου του Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια, επάνω στις δυνατότητες της ανθρώπινης φωνής
Τον Ιανουάριο του 1979, ο Δημητρίου ηχογράφησε το Le Milleuna, ερμηνεία συνολικής διάρκειας μίας ώρας, σε στίχους του πρόσφατα χαμένου μεγάλου Ιταλού ποιητή και συγγραφέα Νάνι Μπαλεστρίνι. Τον επόμενο μήνα μετέβη στο Παρίσι για την ερμηνεία του χαρακτήρα Αντονέν Αρτό, σε μια θεατρική διασκευή που διοργάνωσε το France Culture, και συνεργάσθηκε με τους Πάολο Τοφάνι και Μάουρο Παγκάνι για τον σχεδιασμό του show «Rock' n' roll Exhibition», μιας απόπειρας επανεμφάνισης στο προσκήνιο της αίγλης των χαρακτηριστικών καλλιτεχνών του rock and roll της δεκαετίας του ΄50. Επίσης συμμετείχε στα γυρίσματα της κινηματογραφικής παραγωγής «Poésie Ininterrompue», συνεργασίας του France Culture και του σκηνοθέτη Claude Royet-Journoud. Συνεργάστηκε ακόμα με το Μουσικό Ωδείο «G. Verdi» του Μιλάνου, παραδίδοντας μαθήματα επάνω στη Σημειωτική της Φωνητικής στη Σύγχρονη Μουσική, τα οποία διήρκεσαν έως το Μάρτιο. Την Παρασκευή 30 Μαρτίου ο Δημητρίου εμφανίστηκε για τελευταία φορά σε συναυλία, στο «Teatrino di Villa Reale»στη Μόντσα.
Τον Απρίλιο του ίδιου έτους, ο Δημητρίου διαγνώστηκε με σοβαρή περίπτωση απλαστικής αναιμίας. Στις 2 Απριλίου νοσηλεύτηκε στην Πολυκλινική του Μιλάνου, η κατάσταση της υγείας του όμως επιδεινώθηκε δραματικά και μεταφέρθηκε στο Memorial Hospital της Νέας Υόρκης για θεραπεία. Οι φίλοι του στην Ιταλία διοργάνωσαν συναυλία, σαν αρωγή προς τα ιατρικά έξοδα της νοσηλείας του και πολυάριθμοι καλλιτέχνες αποδέχθηκαν την πρόσκληση να εμφανιστούν στις 14 Ιουνίου, σε μία συναυλία μνήμης, με πάνω από εκατό καλλιτέχνες, που εμφανίστηκαν σε κοινό 100.000 ατόμων, στην Arena του Μιλάνου, γεγονός που θεωρείται πως αποτέλεσε την πρώτη και σημαντικότερη ενωτική συνάθροιση για τη νεολαία της Ιταλίας. Ο Δημητρίου απεβίωσε την προηγούμενη ημέρα από τη συναυλία, στις 13 Ιουνίου του 1979, σε ηλικία 34 ετών, αναμένοντας τη μεταφορά μοσχεύματος μυελού των οστών. Ως επίσημο μοιραίο αίτιο αναφέρθηκε το μυοκαρδιακό έμφραγμα, γνωστότερο και ως καρδιακό επεισόδιο.
Ο θάνατός του αποτέλεσε ένα πλήγμα όχι μόνο για την avant-garde και πειραματική μουσική κοινότητα, που τον θεωρούσε ως το σημαντικότερο και αντιπροσωπευτικότερο μέλος της, αλλά και το σύνολο της μουσικής σκηνής της εποχής. Μάλιστα, κυκλοφόρησε η φήμη πως ο Στράτος έβλαψε ο ίδιος την υγεία του λόγω των μυστικών και επικίνδυνων πρακτικών εξάσκησής του για να εξερευνήσει τα όρια των ανθρωπίνων δυνατοτήτων και ο ίδιος παρομοιάστηκε με μοντέρνο Ίκαρο, τιμωρημένο για την επισφαλή πτήση του προς τον ήλιο. Στον τάφο του στο Σαλσοματζόρε, στην Πάρμα, έχουν χαραχθεί οι πρώτοι στίχοι από την Οδύσσεια του Ομήρου «Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον».