«Σας παρακαλώ μη με ρωτάτε ποιο είναι το σκορ. Δεν είμαι καν βέβαιος ποιο είναι το παιχνίδι», είχε πει κάποτε ο γηραιός πια (γεννημένος το 1933) Βρετανός σκιτσογράφος, Άσλεϊ Μπριλλάντ (Ashleigh Brilliant) θυμοσοφώντας με πικρή ειρωνεία, περί των εγκοσμίων. Κάτι σαν το προφητικό «μηδένα προ του τέλους μακάριζε», που είχε απευθύνει -αιώνες πριν- με άλλο ύφος ο αρχαίος Έλληνας σοφός (και νομοθέτης), Σόλων προς τον τελευταίο βασιλιά της Λυδίας, Κροίσο. Τον οποίο όλοι θεωρούσαν (αλλά και ο ίδιος έτσι αυτοπροσδιοριζόταν) ως τον ευτυχέστερο άνθρωπο του κόσμου. Ένεκα του πλούτου και της εξουσίας που απολάμβανε.
Ήταν την Τρίτη 23 Ιουλίου , αργά το απόγευμα, όταν γνωστοποιήθηκε η είδηση πως «ο γιος του Ζαχαριά σκοτώθηκε σε τροχαίο» και αμέσως, σχεδόν όλοι οι Ελληνικοί ιστότοποι (την άλλη μέρα και οι εφημερίδες) κατέγραφαν το γεγονός με τίτλους όπως: «Μετά τον Mr Jumbo, τον γιο του χάνει και ο Ζαχαριάς» , «ο θάνατος του υιού Ζαχαριά ξυπνά μνήμες του τροχαίου με την Porsche του υιού Βακάκη». Όλοι πλέον, έκαναν – και δικαίως – λόγο για «τα τραγικά παιχνίδια της μοίρας» που είχαν ως θύμα, τους γιους των δύο επιχειρηματιών. Εκ των κορυφαίων (και πρωτοπόρων, για ξεχωριστούς λόγους ο καθένας), στην αγορά της λιανικής πώλησης παιχνιδιών εν Ελλάδι.
… Και όλοι, αυτονόητα, εστίασαν στους οξύμωρους συνειρμούς που εν προκειμένω δημιουργεί η έννοια της λέξεως «παιχνίδι», η οποία ως «μέρος του λόγου» είναι ουδέτερο ουσιαστικό και κατά την πολυσήμαντη Ελληνική γλώσσα ταυτίζεται: Πότε με το παίγνιο ή την παρτίδα ως αντικείμενο (ή μέσο) ευχαρίστησης, διασκέδασης, ψυχαγωγίας και ενίοτε άσκησης και μάθησης. Πότε με την επιδίωξη ή τον σκοπό. Πότε με τις αθλοπαιδιές και τις αθλητικές αναμετρήσεις. Το σκορ, τους βαθμούς, την τακτική ή την στρατηγική για να κερδηθεί ένας αγώνας (εύκολος ή δύσκολος). Πότε με την πλάκα ή το αστείο. Πότε με την σκευωρία, το κόλπο ή την εξαπάτηση.
Ενώ,τέλος, ως συνώνυμο της χρησιμοποιείται και η λέξη «έρμαιο». Ουδέτερο ουσιαστικό και αυτή, η οποία ετυμολογικώς ξεκίνησε ως «ένα θεόσταλτο δώρο», αλλά κατά την τρέχουσα χρήση της κατήντησε να χαρακτηρίζει τον άνθρωπο (ή το αντικείμενο) που η πορεία του γίνεται «παιχνίδι» στα χέρια της Μοίρας και των Θεών.
Ο Αλέξανδρος Ζαχαριάς και ο Γιώργος Βακάκης ήταν παλληκάρια 23 χρονών. Ζηλευτοί γόνοι και οι δύο πλούσιων γονιών. Σκοτώθηκαν και οι δυο, επί τόπου σε τροχαία δυστυχήματα, με περίπου δύο χρόνια διαφορά. Ο πρώτος βρήκε τον θάνατο οδηγώντας ένα «μεσαίας πολυτέλειας» Volkswagen Golf GTI, ο δεύτερος οδηγώντας μια πανάκριβη Porsche. Στην περίπτωση του Αλέξανδρου λεπτομέρειες για την μοιραία σύγκρουση, έδωσαν στην αρμόδιες αρχές λίγοι αυτόπτες μάρτυρες. Στην περίπτωση του Γιώργου το συγκλονιστικό γεγονός, κατέγραψε βίντεο που παρακολούθησε εκ των υστέρων με κομμένη την ανάσα το σύμπαν όλο. Το πρόσφατο τροχαίο δεν ήταν πολύνεκρο, ο Αλέξανδρος ήταν το μόνο θύμα. Στο τροχαίο του 2017, έχασαν την ζωή τους -εκτός από τον Γιώργο- άλλα τρία άτομα. Η 33χρονη Αποστολία Πατμάνογλου με τον μόλις τριών ετών γιο της, αλλά και ο συνοδηγός του (και φίλος του) Ανδρέας Γεωργακόπουλος, που ξεψύχησε μετά την μεταφορά του στο Νοσοκομείο.
Η σύντομη πορεία τους στην ζωή, αν και όχι ταυτόχρονη, υπήρξε -ας πούμε- παράλληλη και με πολλά διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Αλλά η σύμπτωση που εντέλει τους «ένωσε», είχε και για τους δυο το ίδιο μακάβριο τέλος.
Η «ειρωνεία» είναι πως ανατρέχοντας κανείς στην επιχειρηματική (και όχι μόνο) ζωή των γεννητόρων του θα βρει αναλογίες που (ίσως) μόνο μεταφυσικά μπορούν να «εξηγηθούν».
Ο ιδρυτής της φερώνυμης αλυσίδας παιχνιδιών Αλέξανδρος (το δικό του όνομα έδωσε στο γιο του) Ζαχαριάς, απέφευγε πάντα τα φώτα της δημοσιότητας. Γι αυτό και ελάχιστα γνωρίζει για εκείνον η κοινή γνώμη. Ξεκίνησε φτωχός από το χωριό Καστράκι (κοντά στα Μετέωρα) και από απλός υπάλληλος της πασίγνωστης εταιρίας παιχνιδιών «El Greco»(ιδιοκτησίας της οικογένειας Βακάκη, με ιδρυτή τον παππού Γιώργο Βακάκη), κατάφερε να δημιουργήσει μόνος του την δική του αλυσίδα καταστημάτων, όταν ως πρωτοπόρος στο είδος του, ανακάλυψε την Κινεζική αγορά, με τα πάμφθηνα προϊόντα. Έτσι τα καταστήματα «Ζαχαριάς» , γνώρισαν (σχεδόν μονοπωλιακές) δόξες μεταξύ 1980- 1990, φτάνοντας περίπου τα 100 σε όλη την Ελλάδα (τώρα έχουν απομείνει γύρω στα 15).
To 1996, όμως, εισβάλει στην αγορά, ο γιος του πρώην αφεντικού του, ο σαρωτικός Απόστολος Βακάκης και ανοίγει στην Γλυφάδα το πρώτο Jumbo. Ένα χρόνο μετά περνά το κατώφλι της Σοφοκλέους, αντλώντας 2 εκατ. ευρώ. Την «χρυσή εποχή» του 1999, όταν όλη η Ελλάδα αγόραζε μετοχές, ο ίδιος επένδυε στη γη. Όμως, μια καταστροφική πυρκαγιά κάνει στάχτη τις αποθήκες και τα κεντρικά γραφεία της διοίκησης το 2000, με συνέπεια η εταιρεία του να μείνει άστεγη και η ανοδική της πορεία να ανακοπεί. Προσωρινά. Η νέα στέγη βρίσκεται σε βιομηχανικά κτίρια του Μοσχάτου και η κορύφωση της επιτυχίας έρχεται το 2004, όταν αναλαμβάνει ύστερα από πλειοδοτικό διαγωνισμό το δικαίωμα αποκλειστικής παραγωγής και εμπορίας της Μασκότ του 2004 για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο τζίρος των Jumbo φτάνει τότε το μισό δισ. ευρώ το χρόνο. Επιστρατεύοντας, δε, όλα τα όπλα του σύγχρονου επιχειρηματικού μάρκετινγκ και της επικοινωνίας καταφέρνει έκτοτε να κάνει την φίρμα του, αυτήν που οι Έλληνες καταναλωτές λατρεύουν να… μισούν. Το Jumbo στην συνείδησή του καθενός καταγράφεται πλέον, ως ένα παιχνιδάδικο, το οποίο, όμως, δεν κάνει περιτυλίγματα σε δώρα που προορίζονται μόνο για παιδιά (κάθε άλλο). Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελούν και τα διαφημιστικά σποτάκια με τις ατάκες που προκαλούν ντόρο. «Χτύπα, χτύπα σαν άνδρας» «Κράζεις; Θαυμάζεις!», «Ε! ρε Jumbo που σας χρειάζεται», «Ρουφάμε και τα λέμε, λέμε» είναι μερικές από τις προκλητικές φράσεις που ακούστηκαν –κατά καιρούς- στον αέρα της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου. Ο Βακάκης μέσα από δυναμικές και σκαμπρόζικες διαφημίσεις, έκανε αίσθηση και κατάφερε με ελάχιστα χρήματα να γίνει «talk of the town». Μια τακτική που συνεχίζει να εφαρμόζει μέχρι και σήμερα, με χαμηλού κόστους τηλεοπτικές διαφημίσεις, συχνά στα όρια του κιτς. Ποιος θα ξεχάσει το «Κράζεις; Θαυμάζεις!» ή τις guest star εμφανίσεις της Κατερίνας Στανίση με την κατακόκκινη τουαλέτα ως «νονά» και αυτή της Άντζελας Δημητρίου σε πασχαλινές περιπέτειες. Η εμπλοκή του ίδιου του Βακάκη στη δημιουργία των διαφημιστικών σποτ, λέγεται πως είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, με τον ίδιο μάλιστα να «κρύβεται» και πίσω από ορισμένα από τα πιο επιτυχημένα σλόγκαν.
Στον αντίποδα ο συντηρητικός Αλέξανδρος Ζαχαριάς, κάθε άλλο παρά τέτοιου είδους πρακτικές ήταν (και παραμένει) διατεθειμένος να υιοθετήσει.
Και οι δύο στην ιδιωτική τους ζωής κρατάνε χαμηλό αλλά διαφορετικό προφίλ. Ο Απόστολος Βακάκης χρησιμοποιεί τακτικά το ελικόπτερο για να μετακινηθεί στο δίκτυο των καταστημάτων, δεν φωτογραφίζεται σε κοσμικές εκδηλώσεις και εργάζεται ασταμάτητα. Παρά ταύτα, σχεδόν όλο το πανελλήνιο γνωρίζει τα προσωπικά του. Υπήρξε για πολλά χρόνια παντρεμένος με την Εύη Γιατίλη, με την οποία και απέκτησε τα τρία παιδιά του, τη Χριστίνα, τη Σοφία και τον Γιώργο. Ο γάμος τους, όμως, δεν κράτησε πολύ. Μετά τον χωρισμό τους παντρεύτηκε την Αλίκη Μπενρουμπή, του ομώνυμου Ομίλου εμπορίας και εισαγωγής ηλεκτρικών συσκευών, και στη συνέχεια την Ειρήνη Παναγοπούλου, κόρη του εκλιπόντος εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου.
Αντίθετα για τα προσωπικά του Αλέξανδρου Ζαχαριά ελάχιστα έχουν βγει προς τα έξω. Λίγοι γνωρίζουν πως έχει κάνει δύο γάμους και πως ο αδικοχαμένος γιος του ήταν το στερνοπούλι του και ζούσαν μόνοι οι δυο τους στο σπίτι στον Άγιο Στέφανο. Ο 23χρονος ήταν το παιδί που απέκτησε από την δεύτερη σύζυγό του, Μαρία, την οποία γνώρισε ως υπάλληλό σε ένα από τα καταστήματά του. Αν και χωρισμένοι εκείνη εξακολουθεί να εργάζεται καθημερινά στην επιχείρηση, πάντα δίπλα στον νεαρό Αλέξανδρο. Μέχρι και το μεσημέρι της περασμένης Τρίτης…
Ο πατριάρχης της αλυσίδας «Ζαχαριάς» έχει τρία ακόμη μεγαλύτερα παιδιά, καρπoί του έρωτά του με την παιδική του αγάπη (και πρώτη σύζυγό του) Ελισάβετ, η οποία δεν βρίσκεται εν ζωή. Ένα αγόρι και δύο κορίτσια. Τον Χάρη (ο μοναδικός της οικογένειας που το όνομά του απασχόλησε τα ΜΜΕ, λόγω της σχέσης του με την δημοσιογράφο Αθηναΐδα Νέγκα, με την οποία απέκτησαν μια κόρη), την Νίκη (ζει μόνιμα στο Λονδίνο) και την Νανά.
Η ιστορία έχει πλοκή Αρχαίας τραγωδίας -αν και αυτή για να περατωθεί (κατά τον Αριστοτελικό ορισμό της) απαραίτητη είναι η Κάθαρση. Αν ήμασταν στην Αμερική, ίσως κάποιος παραγωγός του Χόλιγουντ αποφάσιζε να το κάνει ταινία. Υπερπαραγωγή (αλλά και πάλι το happy end, θα ήταν απαραίτητο).
Ως στοιχεία για το «ντεκουπάζ», ενός ιδανικού σεναρίου, αντιγράφω από τα σχετικά ρεπορτάζ της 23ης Ιουλίου: «Ο 23χρονος, Αλέξανδρος Ζαχαριάς, γιος του ιδιοκτήτη της ομώνυμης αλυσίδας καταστημάτων παιχνιδιών σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα. Ήταν 6:08 το απόγευμα στον αριθμό 8 της οδού Τραπεζούντος στον Άγιο Στέφανο όταν το ανθρακί Volkswagen Golf GTI, το οποίο οδηγούσε έφυγε από την πορεία του κατά τη διάρκεια προσ πέρασης και χτύπησε με σφοδρότητα πάνω σε στύλο της ΔΕΗ. Ο θάνατος ήταν ακαριαίος. ( Σ.Σ: «Το παιδί σκοτώθηκε για να μας σώσει», δήλωνε την επόμενη μέρα μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες ο οδηγός του προπορευόμενου αυτοκίνητου, Αλέξανδρος Καλαφάτης, διευκρινίζοντας: «Το παιδί σκοτώθηκε για να μας σώσει. Πιθανότατα φοβήθηκε μη χτυπήσει το δικό μας αυτοκίνητο και έστριψε το τιμόνι. Έτσι και μας χτυπούσε, θα ήμασταν εμείς νεκροί»).
Πριν από πέντε χρόνια, τον Αύγουστο του 2014, ο 18χρονος τότε Αλέξανδρος είχε γλιτώσει από του Χάρου του δόντια, όταν ήταν συνεπιβάτης της κόκκινης Ferrari που οδηγούσε ο πατέρας του και είχε τραυματιστεί, στη συμβολή των οδών Ελευθερίου Βενιζέλου και Αγίων Σαράντα στην Εκάλη, όταν το super car καρφώθηκε σε προστατευτικά κιγκλιδώματα. Τότε, ο οδηγός προσπαθούσε να αποφύγει δύο αυτοκίνητα, που ήδη είχαν συγκρουστεί και ο επιχειρηματίας είχε πει ότι, όταν είδε τα οχήματα μπροστά του, «έκοψε» το τιμόνι και «κάρφωσε» τη Ferrari στα κάγκελα.
Η τραγωδία στον Άγιο Στέφανο ξύπνησε μνήμες από το φριχτό τροχαίο της 26ης Φεβρουαρίου του 2017, στο οποίο είχε σκοτωθεί ο 24χρονος Γιώργος Βακάκης, γιος του ιδιοκτήτη των Jumbo, Απόστολου. Μαζί του είχαν χάσει τη ζωή τους ο φίλος του, Ανδρέας Γεωργακόπουλος, που βρισκόταν στη θέση του συνοδηγού της μοιραίας Porsche, καθώς και η τότε σύζυγος του Υπάτιου Πατμάνογλου, Αποστολία, μαζί με το μόλις τριών ετών γιο τους, Παύλο».
FLASH BACK: Είναι Τρίτη, 28 Φεβρουαρίου και όλοι περιμένουν στα κεντρικά γραφεία της Jumbo επί της οδού Κύπρου στο Μοσχάτο να επικρατεί ο θρήνος. Να ακούγονται λόγια παρηγορητικά ή η διοίκηση της εταιρείας να είναι απούσα λόγω του βαρύτατου πένθους. Πολλοί θεωρούσαν δεδομένο ότι ο Απόστολος Βακάκης, ελάχιστα 24ωρα μετά από τον αδόκητο θάνατο του λατρεμένου του γιου, θα ήταν «υπό κατάρρευση». Η πραγματικότητα, όμως, διαψεύδει τους πάντες όταν νωρίς το πρωί ο αντιπρόεδρος της εταιρείας Βαγγέλης Παπαευαγγέλου διεμήνυε προς πάσα κατεύθυνση: «Ο κύριος Βακάκης δεν επιθυμεί ούτε δάκρυα, ούτε θρήνους. Αυτό που πρέπει να επικρατήσει είναι σιωπή και ψυχραιμία. Business as usual δηλαδή». Ο Απόστολος Βακάκης φτάνει στο γραφείο του στις 11.30 και αμέσως δίνει οδηγίες για τα τρέχοντα θέματα της καθημερινότητας. Ως συνήθως. Ταυτόχρονα ζητά να υπάρξουν δύο ανακοινώσεις. Όπερ και εγένετο.
Η πρώτη, είναι επαγγελματική, μακροσκελέστατη και αφορά στα πολύ θετικά οικονομικά αποτελέσματα του ομίλου του. «Να ανακοινωθούν άμεσα. Εχουμε υποχρέωση στους μετόχους» λέει στους συνεργάτες του.
Στην δεύτερη, μέσω του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου, η «οικογένεια Βακάκη» δήλωνε λακωνικά: «Ο Θεός μάς ζητά να διαχειριστούμε το αδιανόητο και να ζήσουμε με το αφόρητο. Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές θέλουμε να εκφράσουμε τα θερμά συλλυπητήριά μας και στις υπόλοιπες οικογένειες και να ευχαριστήσουμε για τη συμπαράσταση όλων στον θρήνο μας για την τραγική πρόωρη απώλεια τριών νέων ανθρώπων και ενός παιδιού».
Με δική του απόφαση, η εξώδιος ακολουθία για τον Γιώργο, τελέστηκε παρουσία μόλις πέντε ατόμων στο Κοιμητήριο του Βύρωνα και η σορός του αποτεφρώθηκε στη Βουλγαρία.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΠΛΑΝΟ: Παρασκευή 26 Ιουλίου: Με σπαραγμό και οδύνη αποχαιρέτησαν οι δικοί του άνθρωποι τον 23χρονο Αλέξανδρο Ζαχαριά. Η κηδεία του Αλέξανδρου Ζαχαριά έγινε στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στην Κηφισιά. Απαρηγόρητοι οι γονείς, οι φίλοι, αλλά και οι άνθρωποι με τους οποίους δούλευε στα καταστήματα παιχνιδιών της εταιρείας του πατέρα του, ήταν εκεί, για να τον συνοδεύσουν στην τελευταία του κατοικία.