ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Τείχος του Βερολίνου: Η ζωή τιμωρεί αυτούς που καθυστερούν
Πέμπτη, 9 Νοεμβρίου 1989. Στο Βερολίνο η ημέρα ξεκινάει όπως όλες οι άλλες. Οι Βερολινέζοι πηγαίνουν κανονικά στις εργασίες τους χωρίς να έχουν την παραμικρή ιδέα πως σε λίγες ώρες, οι ίδιοι αλλά και όλος ο υπόλοιπος κόσμος είχε ραντεβού με την ιστορία.
Το «τείχος της ντροπής», όπως ονομάστηκε, σύμβολο της διαίρεσης όχι μόνο της Γερμανίας σε Ανατολική και Δυτική αλλά και ένα σύστημα δυο ολόκληρων ιδεολογιών, φιλοσοφιών και δογμάτων, θα έπεφτε οριστικά μετά από 28 χρόνια, παρασύροντας μαζί του ολόκληρο το «ανατολικό μπλοκ» αφού δυο χρόνια μετά διαλύεται οριστικά η Σοβιετική Ένωση.
Τα γεγονότα
Το απόγευμα εκείνης της ημέρας είχε προγραμματιστεί συνέντευξη Τύπου από την Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία σχετικά με κάποια δικαιώματα που επρόκειτο να παραχωρηθούν στους ανατολικογερμανούς για την διέλευση στην δυτική πλευρά του Βερολίνου και της Γερμανίας γενικότερα. Συνοπτικά, το τείχος είχε ξεκινήσει να κατασκευάζεται την νύχτα της 13ης Αυγούστου 1961 και ήταν μια ύστατη προσπάθεια της ΓΛΔ να σταματήσει την αυξανόμενη φυγή των κατοίκων της προς τον δυτικό κόσμο, πράγμα που έθετε σε κίνδυνο της ίδια της την ύπαρξη. Εφεξής, και για τα επόμενα 28 χρόνια το «σιδηρούν παραπέτασμα» θα έπαιρνε σάρκα και οστά με την ανέγερση του τείχους που όποιος προσπαθούσε να προσπελάσει θα έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες των συνοριακών φρουρών.
Από τον Ιούνιο του 1989 η πίεση που ασκείται στο κομμουνιστικό καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας είναι κάτι παραπάνω από ασφυκτική τόσο εκ των έσω, αφού οι πολυπληθείς διαδηλώσεις είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, τόσο και από γειτονικές χώρες όπως η Ουγγαρία και η Τσεχοσλοβακία που είχαν ήδη από τον Αύγουστο ανοίξει τα σύνορά τους με αποτέλεσμα οι Ανατολικογερμανοί να τις χρησιμοποιούν ως πέρασμα στον δυτικό κόσμο αλλά και από την ίδια την Σοβιετική Ένωση η οποία με την «περεστρόικα» είχε από τον Ιούνιο υιοθετήσει πολιτική φιλελευθεροποίησης των κρατών που είχαν κομμουνιστικό καθεστώς. Μόνη εξαίρεση αποτελούσε η Ανατολική Γερμανία, Με τον υπερσυντηρητικό ηγέτη του καθεστώτος, Έριχ Χόνεκερ να επιμένει στην άνευ ουσίας περιχαράκωση της χώρας του και την παράταση μιας κατάστασης που στην υπόλοιπη Ευρώπη είχε ξεκινήσει να καταρρέει. Μάλιστα ο ίδιος ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ σε συνάντηση που είχε με τον Χόνεκερ του είχε πει χαρακτηριστικά λίγο καιρό πριν την πτώση του τείχους «Η ζωή τιμωρεί αυτούς που καθυστερούν».
Το λάθος που έμεινε στην ιστορία
Η συνέντευξη Τύπου λοιπόν, ξεκινάει στις έξι το απόγευμα στο Διεθνές Κέντρο Τύπου του Ανατολικού Βερολίνου και μεταδίδεται ζωντανά από την τηλεόραση της Ανατολικής Γερμανίας. Τις ανακοινώσεις έχει αναλάβει να κάνει το μέλος του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος Γκύντερ Σαμπόφσκι χωρίς να έχει μελετήσει ιδιαίτερα τον φάκελο που του είχε δοθεί από τον νέο ηγέτη στο κόμμα, Έγκον Κρεντς, που είχε αναλάβει τα καθήκοντά του λιγότερο από ένα μήνα πριν. Σημειώνεται πως η συνέντευξη ήταν προγραμματισμένη για την επόμενη ημέρα και εκ παραδρομής έγινε μια μέρα πριν. Η συνέντευξη χαρακτηρίζεται έως και αδιάφορη μέχρι που ο Σαμπόφσκι ρίχνει την «βόμβα». «Αιτήσεις για σύντομα ιδιωτικά ταξίδια προς το εξωτερικό μπορούν να κατατίθενται χωρίς την επίκληση προϋποθέσεων (λόγοι ταξιδιού, συγγενικές σχέσεις). Οι άδειες θα δίνονται με σύντομες διαδικασίες. Η μόνιμη έξοδος από τη χώρα μπορεί να πραγματοποιείται από οποιοδήποτε μεθοριακό σημείο διέλευσης προς την ΟΔΓ». Ένας Ιταλός δημοσιογράφος ρωτάει αμέσως, από πότε ισχύει αυτή η οδηγία; Τότε ο Σαμπόφσκι μη όντας ενημερωμένος, και φανερά αμήχανος απαντάει: «Χωρίς καθυστέρηση, αμέσως». Από κει και πέρα τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.
Οι πολίτες της Ανατολικής Γερμανίας συνέρρευσαν κατά χιλιάδες στους μεθοριακούς σταθμούς με τους μεθοριακούς φύλακες να τα έχουν χαμένα, χωρίς να ξέρουν τι συμβαίνει. Αρχικά προέτρεπαν τους πολίτες που ήθελαν να περάσουν στην δυτική πλευρά να πάνε ξανά την επόμενη μέρα αλλά όσο η ώρα περνούσε και το συγκεντρωμένο πλήθος αυξανόταν, οι φύλακες ήταν αδύνατον να κάνουν κάτι.
Έτσι, το τείχος του Βερολίνου αποτελούσε πια παρελθόν, τερματίζοντας μια περίοδο που ο χρόνος είναι ιδιαίτερα πυκνός καθώς μέσα σε έξι μήνες συντελέστηκαν στις χώρες υπό κομμουνιστικά καθεστώτα και κατ’ επέκταση σε ολόκληρο τον κόσμο συνταρακτικές αλλαγές.
Σήμερα συμπληρώνονται 30 χρόνια από εκέινη την ημέρα. Στην πραγματικότητα διαφορές στην αντίληψη, την φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής ανάμεσα στην Ανατολική και την Δυτική Γερμανία συνεχίζουν να υπάρχουν και είναι ορατές. Είναι άλλωστε νωρίς να επουλωθούν τραύματα τα οποία υπάρχουν απο το τέλος του Β' παγκοσμίου Πολέμου. Το βέβαιο πάντως είναι, πως ένας κόσμος χωρίς τείχη κάνει τους πολίτες να ατενίζουν το μέλλον με μεγαλύτερη ελπίδα.
Ουσιαστικά τα γεγονότα της 9ης Νοεμβρίου και η επανένωση της Γερμανίας σε ένα κράτος, ολοκληρώνει τον έτσι και αλλιώς «μικρό» 20ο αιώνα πρόωρα.
Έναν αιώνα που αν αφήσουμε στην άκρη το τυπικό του χρόνου, ξεκίνησε ιδιαίτερα αιματηρά με την έναρξη του Α’ παγκοσμίου πολέμου το 1914 και τερματίστηκε με την πτώση του τείχους του Βερολίνου, το 1989 ειρηνικά και αναίμακτα. Περίεργη η ιστορία, έτσι;
Το «τείχος της ντροπής», όπως ονομάστηκε, σύμβολο της διαίρεσης όχι μόνο της Γερμανίας σε Ανατολική και Δυτική αλλά και ένα σύστημα δυο ολόκληρων ιδεολογιών, φιλοσοφιών και δογμάτων, θα έπεφτε οριστικά μετά από 28 χρόνια, παρασύροντας μαζί του ολόκληρο το «ανατολικό μπλοκ» αφού δυο χρόνια μετά διαλύεται οριστικά η Σοβιετική Ένωση.
Τα γεγονότα
Το απόγευμα εκείνης της ημέρας είχε προγραμματιστεί συνέντευξη Τύπου από την Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία σχετικά με κάποια δικαιώματα που επρόκειτο να παραχωρηθούν στους ανατολικογερμανούς για την διέλευση στην δυτική πλευρά του Βερολίνου και της Γερμανίας γενικότερα. Συνοπτικά, το τείχος είχε ξεκινήσει να κατασκευάζεται την νύχτα της 13ης Αυγούστου 1961 και ήταν μια ύστατη προσπάθεια της ΓΛΔ να σταματήσει την αυξανόμενη φυγή των κατοίκων της προς τον δυτικό κόσμο, πράγμα που έθετε σε κίνδυνο της ίδια της την ύπαρξη. Εφεξής, και για τα επόμενα 28 χρόνια το «σιδηρούν παραπέτασμα» θα έπαιρνε σάρκα και οστά με την ανέγερση του τείχους που όποιος προσπαθούσε να προσπελάσει θα έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες των συνοριακών φρουρών.
Από τον Ιούνιο του 1989 η πίεση που ασκείται στο κομμουνιστικό καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας είναι κάτι παραπάνω από ασφυκτική τόσο εκ των έσω, αφού οι πολυπληθείς διαδηλώσεις είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, τόσο και από γειτονικές χώρες όπως η Ουγγαρία και η Τσεχοσλοβακία που είχαν ήδη από τον Αύγουστο ανοίξει τα σύνορά τους με αποτέλεσμα οι Ανατολικογερμανοί να τις χρησιμοποιούν ως πέρασμα στον δυτικό κόσμο αλλά και από την ίδια την Σοβιετική Ένωση η οποία με την «περεστρόικα» είχε από τον Ιούνιο υιοθετήσει πολιτική φιλελευθεροποίησης των κρατών που είχαν κομμουνιστικό καθεστώς. Μόνη εξαίρεση αποτελούσε η Ανατολική Γερμανία, Με τον υπερσυντηρητικό ηγέτη του καθεστώτος, Έριχ Χόνεκερ να επιμένει στην άνευ ουσίας περιχαράκωση της χώρας του και την παράταση μιας κατάστασης που στην υπόλοιπη Ευρώπη είχε ξεκινήσει να καταρρέει. Μάλιστα ο ίδιος ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ σε συνάντηση που είχε με τον Χόνεκερ του είχε πει χαρακτηριστικά λίγο καιρό πριν την πτώση του τείχους «Η ζωή τιμωρεί αυτούς που καθυστερούν».
Το λάθος που έμεινε στην ιστορία
Η συνέντευξη Τύπου λοιπόν, ξεκινάει στις έξι το απόγευμα στο Διεθνές Κέντρο Τύπου του Ανατολικού Βερολίνου και μεταδίδεται ζωντανά από την τηλεόραση της Ανατολικής Γερμανίας. Τις ανακοινώσεις έχει αναλάβει να κάνει το μέλος του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος Γκύντερ Σαμπόφσκι χωρίς να έχει μελετήσει ιδιαίτερα τον φάκελο που του είχε δοθεί από τον νέο ηγέτη στο κόμμα, Έγκον Κρεντς, που είχε αναλάβει τα καθήκοντά του λιγότερο από ένα μήνα πριν. Σημειώνεται πως η συνέντευξη ήταν προγραμματισμένη για την επόμενη ημέρα και εκ παραδρομής έγινε μια μέρα πριν. Η συνέντευξη χαρακτηρίζεται έως και αδιάφορη μέχρι που ο Σαμπόφσκι ρίχνει την «βόμβα». «Αιτήσεις για σύντομα ιδιωτικά ταξίδια προς το εξωτερικό μπορούν να κατατίθενται χωρίς την επίκληση προϋποθέσεων (λόγοι ταξιδιού, συγγενικές σχέσεις). Οι άδειες θα δίνονται με σύντομες διαδικασίες. Η μόνιμη έξοδος από τη χώρα μπορεί να πραγματοποιείται από οποιοδήποτε μεθοριακό σημείο διέλευσης προς την ΟΔΓ». Ένας Ιταλός δημοσιογράφος ρωτάει αμέσως, από πότε ισχύει αυτή η οδηγία; Τότε ο Σαμπόφσκι μη όντας ενημερωμένος, και φανερά αμήχανος απαντάει: «Χωρίς καθυστέρηση, αμέσως». Από κει και πέρα τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.
Οι πολίτες της Ανατολικής Γερμανίας συνέρρευσαν κατά χιλιάδες στους μεθοριακούς σταθμούς με τους μεθοριακούς φύλακες να τα έχουν χαμένα, χωρίς να ξέρουν τι συμβαίνει. Αρχικά προέτρεπαν τους πολίτες που ήθελαν να περάσουν στην δυτική πλευρά να πάνε ξανά την επόμενη μέρα αλλά όσο η ώρα περνούσε και το συγκεντρωμένο πλήθος αυξανόταν, οι φύλακες ήταν αδύνατον να κάνουν κάτι.
Έτσι, το τείχος του Βερολίνου αποτελούσε πια παρελθόν, τερματίζοντας μια περίοδο που ο χρόνος είναι ιδιαίτερα πυκνός καθώς μέσα σε έξι μήνες συντελέστηκαν στις χώρες υπό κομμουνιστικά καθεστώτα και κατ’ επέκταση σε ολόκληρο τον κόσμο συνταρακτικές αλλαγές.
Σήμερα συμπληρώνονται 30 χρόνια από εκέινη την ημέρα. Στην πραγματικότητα διαφορές στην αντίληψη, την φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής ανάμεσα στην Ανατολική και την Δυτική Γερμανία συνεχίζουν να υπάρχουν και είναι ορατές. Είναι άλλωστε νωρίς να επουλωθούν τραύματα τα οποία υπάρχουν απο το τέλος του Β' παγκοσμίου Πολέμου. Το βέβαιο πάντως είναι, πως ένας κόσμος χωρίς τείχη κάνει τους πολίτες να ατενίζουν το μέλλον με μεγαλύτερη ελπίδα.
Ουσιαστικά τα γεγονότα της 9ης Νοεμβρίου και η επανένωση της Γερμανίας σε ένα κράτος, ολοκληρώνει τον έτσι και αλλιώς «μικρό» 20ο αιώνα πρόωρα.
Έναν αιώνα που αν αφήσουμε στην άκρη το τυπικό του χρόνου, ξεκίνησε ιδιαίτερα αιματηρά με την έναρξη του Α’ παγκοσμίου πολέμου το 1914 και τερματίστηκε με την πτώση του τείχους του Βερολίνου, το 1989 ειρηνικά και αναίμακτα. Περίεργη η ιστορία, έτσι;