ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Στο μυαλό του Αντώνη Σαμαρά - Η Προεδρία της Δημοκρατίας, η στήριξη στον Μητσοτάκη και το Μεταναστευτικό
Αιφνίδια αναταραχή προσπάθησαν να διαγνώσουν στελέχη και μέσα ενημέρωσης της αντιπολίτευσης στους κόλπους της κυβερνητικής παράταξης, με αφορμή την ομιλία του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στο πρόσφατο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας και κυρίως τις τέσσερις επισημάνσεις του σε συγκεκριμένα σημεία της εξωτερικής και της εσωτερικής πολιτικής: το Μεταναστευτικό, τη Συμφωνία των Πρεσπών, τις σχέσεις με την Τουρκία, αλλά και την έννοια της πολιτικής συναίνεσης.
Θέλοντας να διερευνήσουν την πραγματική διάσταση των τοποθετήσεων Σαμαρά, τα «Π» επικοινώνησαν με το στενό περιβάλλον του πρώην πρωθυπουργού, το οποίο, θέλοντας να διευκρινίσει την αυθεντική διάσταση των παρεμβάσεων Σαμαρά, επισήμανε αρχικώς τα εξής τρία πολιτικά στοιχεία που αφορούν τον κ. Σαμαρά:
Τρίτον, εξέφρασε τις πάγιες απόψεις του. «Ποτέ δεν κρύφτηκα», συνηθίζει να λέει ο κ. Σαμαράς. «Και αυτά που λέω, σε άλλους αρέσουν και σε άλλους δεν αρέσουν. Και ως πρώην πρωθυπουργός δεν τίθεμαι σε κάποιον περιορισμό».
Αναλυτικότερα ως προς το κάθε ζήτημα που έθιξε ο κ. Σαμαράς, το στενό περιβάλλον του διευκρινίζει:
Οσον αφορά στο Μεταναστευτικό, η λέξη «λαθρομετανάστευση» κάθε άλλο παρά αδόκιμη είναι. Υπάρχει στο άρθρο 79 της Ευρωπαϊκής Ενωσης που αφορά στο σχετικό θέμα. Επιπλέον, στο ψηφισθέν Νομοσχέδιο Χρυσοχοΐδη για τους κλειστούς προαναχωρησιακούς χώρους αναφέρεται ρητά ο όρος «λαθρομετανάστες». Ακόμη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λαμβάνοντας τον λόγο κατά τη συζήτηση κρίσιμου νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, είχε εγκαλέσει την τότε πρόεδρο της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, επειδή είχε… επιπλήξει βουλευτές της Ν.Δ. που είχαν χρησιμοποιήσει κατά τις ομιλίες τους τον όρο «λαθρομετανάστες». «Δεν δεχόμαστε λογοκρισία, είχε πει ο κ. Μητσοτάκης, και, πάντως, όχι από εσάς, διότι αυτό υπερβαίνει τις αρμοδιότητές σας. Οι συνάδελφοί μας θα εκφράζονται ελεύθερα και θα χρησιμοποιούν όποια ορολογία θέλουν».
Πέραν αυτών, είναι υποκριτική η στάση της αντιπολίτευσης, αναφέρουν οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού, δεδομένου ότι το 2009 σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο κ. Γιώργος Παπανδρέου ζητούσε να σταματήσει η λαθρομετανάστευση. Και χρησιμοποιούσε μάλιστα τον όρο αυτόν ένας πολιτικός που ήταν και πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Κατά συνέπεια, τα περί ακροδεξιάς ορολογίας ουδόλως ευσταθούν. Επίσης, στο πρόσφατο Υπουργικό Συμβούλιο αναφέρθηκε ότι το 93% των εισερχομένων είναι παράνομοι μετανάστες. Ο Αντ. Σαμαράς, απλώς, έκανε και αυτός τον ίδιο διαχωρισμό.
Οσον αφορά στην αυστηρή προστασία των συνόρων, ο πρώην πρωθυπουργός, διαβάζοντας την επομένη της τοποθέτησής του τις αντιδράσεις, διερωτήθηκε προς αυτούς αν διαφωνεί κανείς ως προς το ζήτημα των συνόρων. Σχετικά με αυτό, οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού παρατηρούν και τα εξής:
Πρώτον, ότι επί κυβερνήσεως Σαμαρά δεν υπήρχαν αθρόες ροές από την Τουρκία, καθώς τα σύνορα άνοιξαν στην κυριολεξία επί ΣΥΡΙΖΑ, ενώ επί της τότε νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης το πρόβλημα το είχε η Ιταλία, καθώς όλοι, από όπου και αν προέρχονταν, στοιβάζονταν στη Λαμπεντούζα.
Δεύτερον, μέχρι το 2014 και παρά τις όποιες εισροές, στις δημοσκοπήσεις δεν υπήρχε ως πρωτεύον πρόβλημα το Μεταναστευτικό. Αντιθέτως, στην τελευταία έρευνα της Prorata, που δημοσίευσαν μάλιστα και εφημερίδες της αντιπολίτευσης, ως πρώτο πρόβλημα για την ελληνική κοινωνία προβάλλει το Μεταναστευτικό με ποσοστό 58%, τη στιγμή που η ανεργία συγκεντρώνει ποσοστό 21%.
Η Συμφωνία των Πρεσπών
Μείζον ζήτημα επιχειρήθηκε να ανακινηθεί και σε σχέση με όσα είπε ο κ. Σαμαράς για την αποδέσμευση της χώρας μας από τη Συμφωνία που υπέγραψε με τον Ζάεφ ο κ. Τσίπρας. Οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού υπενθύμιζαν ότι κατά την ομιλία του στη Βουλή -όταν είχε φέρει ο κ. Τσίπρας τη Συμφωνία ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπίας- είχε καταχειροκροτηθεί, επισημαίνοντας τους λόγους για τους οποίους η Συμφωνία αυτή ήταν επιζήμια για τα ελληνικά συμφέροντα. Υπενθύμιζαν ακόμη ότι ο κ. Σαμαράς επί κυβερνήσεως Καραμανλή και με αφορμή την περίφημη εκείνη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο του στην «Καθημερινή» με τίτλο «Τότε και έκτοτε…», στο οποίο έκανε τις ίδιες επισημάνσεις για το συγκεκριμένο θέμα που κάνει και τώρα. Με άλλα λόγια, χρόνια μετά διατηρεί τις ίδιες απόψεις. Διερωτάται επομένως ο πρώην πρωθυπουργός, επισημαίνουν οι συνεργάτες του: «Εχει αλλάξει τίποτε από τότε; Παραμένει ή όχι επιζήμια η Συμφωνία;».
Ο ίδιος ο κ. Σαμαράς διευκρινίζει ότι δεν μίλησε για μονομερή κατάργηση, απαντώντας εμμέσως σε σχετική παρατήρηση της κ. Ντόρας Μπακογιάννη. Κατά τον πρώην πρωθυπουργό, το μείζον ζήτημα είναι «τι κάνουμε από εδώ και στο εξής… Σημασία έχει να νοιάζεσαι για τη μάχη που θεωρείς ότι έχει σημασία για σένα». Υπενθυμίζει δε στους συνομιλητές του ως παράδειγμα την εμμονή, λ.χ., της Τουρκίας σε συγκεκριμένο πλάνο, από το οποίο δεν αφίσταται επί σειράν ετών η εξωτερική αλλά και η αμυντική της πολιτική, η οποία εφαρμόζεται με συνέπεια, έτσι ώστε κάποια χρονική στιγμή να αποδώσει.
Κατά τον κ. Σαμαρά, η φράση του περί αποδέσμευσης έχει να κάνει με την πραγματικότητα. Η Συμφωνία δεν «περπατάει», ενώ και άλλες βαλκανικές χώρες έχουν πρόβλημα με τα Σκόπια, όπως λ.χ. η Βουλγαρία, που δεν αναγνωρίζει τη μακεδονική γλώσσα, θεωρώντας ότι η γλώσσα αυτή έχει βουλγαρική βάση. Υπενθυμίζεται ότι ο Βούλγαρος πρόεδρος Ράντεφ είχε δηλώσει για τη Συμφωνία Ελλάδας-Σκοπίων ότι δεν υπάρχει Βόρεια Μακεδονία και δεν υπάρχει μακεδονική γλώσσα. Η άποψη Σαμαρά είναι ότι «δεν μπορούμε να ωραιοποιούμε μία Συμφωνία που την έχουμε καταγγείλει ως επιζήμια. Και, επιπλέον, δεν παραιτούμεθα από την ελληνικότητα της Μακεδονίας».
Το σχέδιο, τα Ελληνοτουρκικά και η συναίνεση
Στην παρέμβασή του στο Συνέδριο της Ν.Δ., ο κ. Σαμαράς αναφέρθηκε και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με αφορμή την πρόσφατη ένταση που δημιουργεί η Τουρκία. Κατά τον κ. Σαμαρά, πρέπει με δικό μας σχεδιασμό να αντιμετωπιστεί ο σχεδιασμός της Τουρκίας. Υπενθυμίζει δε τη σημασία της σθεναρής πολιτικής έναντι της γείτονος, φέρνοντας παράδειγμα ότι τη διετία 2012-2014 το καθεστώς Ερντογάν είχε «χωνέψει» χωρίς αντίδραση τη στάση που είχε κρατήσει η κυβέρνησή του στο θέμα των μουφτήδων της Θράκης.
H έμμεση αιχμή στον Προκόπη Παυλόπουλο
Με μία έμμεση αιχμή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού παρατηρούν ότι δεν είναι φαιδρότητες αυτά που κάνουν οι Τούρκοι (σ.σ.: ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε χαρακτηρίσει φαιδρότητες τη συμφωνία Λιβύης και Τουρκίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των δύο αυτών χωρών). Μεταφέροντας τις απόψεις Σαμαρά, στενοί συνεργάτες του υποστηρίζουν ότι πρέπει να διαμορφωθεί μία νέα πολιτική έναντι της Τουρκίας, θεωρώντας ότι σε περίπτωση κάποιου συμβάντος κανείς δεν πρόκειται να κάνει κάτι. Αναφέρουν δε ως παράδειγμα την υποχώρηση Γαλλίας και Ιταλίας όταν το τουρκικό ερευνητικό σκάφος προσέγγισε τα οικόπεδα στα οποία είχε συμφωνηθεί με την Κύπρο να κάνουν έρευνες οι εταιρείες των δύο αυτών χωρών.
Σε επίρρωση των ανωτέρω αναφέρεται και η πρόσφατη απάντηση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, σε ερώτηση Ελληνίδας δημοσιογράφου για τις τουρκικές προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Η απάντησή του ήταν, απλώς, ότι το ΝΑΤΟ παρακολουθεί τα γεγονότα, αλλά δεν παρεμβαίνει! Δικαιολογώντας τις επιφυλάξεις Σαμαρά προς κάθε είδους πολιτική συναίνεσης, υπενθύμιζαν ότι την έννοια της συναίνεσης την είχε κάνει πραγματικότητα ο πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος είχε συγκροτήσει τρικομματική κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜ.ΑΡ., με τον κ. Βενιζέλο μάλιστα να αποδέχεται να είναι υπό τον κ. Σαμαρά σε μία ένδειξη πολιτικής υπευθυνότητας. Αλλωστε, κατά τον κ. Σαμαρά, επισημαίνουν συνεργάτες του, συνιστά λαϊκισμό η συνεργασία με αυτόν που έχει καταφύγει σε σκευωρίες κατά των πολιτικών του αντιπάλων ή έχει προβεί σε ακρότητες που δεν τις ασπάζεται η φιλελεύθερη παράταξη
Θέλοντας να διερευνήσουν την πραγματική διάσταση των τοποθετήσεων Σαμαρά, τα «Π» επικοινώνησαν με το στενό περιβάλλον του πρώην πρωθυπουργού, το οποίο, θέλοντας να διευκρινίσει την αυθεντική διάσταση των παρεμβάσεων Σαμαρά, επισήμανε αρχικώς τα εξής τρία πολιτικά στοιχεία που αφορούν τον κ. Σαμαρά:
Aν ενδιαφερόμουν για τη συγκεκριμένη θέση θα καλόπιανα τον πρωθυπουργό και δεν θα έλεγα ευθαρσώς τη γνώμη μουΠρώτον, στην τοποθέτησή του προέταξε ότι η κυβέρνηση «τα πάει καλά». Κάτι που επιβεβαιώνεται και από όλες τις δημοσκοπήσεις και συνεπώς δεν θα ήταν δυνατόν να μη λάβει υπ’ όψιν και τη γενικότερη αξιολόγηση της ελληνικής κοινωνίας. Δεύτερον, επειδή του αποδόθηκε σκοπιμότητα στις παρεμβάσεις του, διότι τάχα δεν είναι στις επιλογές του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ο ίδιος ο κ. Σαμαράς είπε σε συνεργάτες του ότι «αν ενδιαφερόμουν για τη συγκεκριμένη θέση θα καλόπιανα τον πρωθυπουργό και δεν θα έλεγα ευθαρσώς τη γνώμη μου».
Τρίτον, εξέφρασε τις πάγιες απόψεις του. «Ποτέ δεν κρύφτηκα», συνηθίζει να λέει ο κ. Σαμαράς. «Και αυτά που λέω, σε άλλους αρέσουν και σε άλλους δεν αρέσουν. Και ως πρώην πρωθυπουργός δεν τίθεμαι σε κάποιον περιορισμό».
Ο κ. Σαμαράς (α) λέει δημοσίως αυτά που πιστεύει, (β) οποιοδήποτε γραπτό κείμενο που τον εκφράζει έχει γραφτεί από τον ίδιο και φέρει την υπογραφή τουΘέλοντας επίσης να διαλύσουν οποιαδήποτε υποψία για υπονομεύσεις, μέσω δημοσιευμάτων, της σημερινής κυβέρνησης, οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού επεσήμαιναν ότι ο κ. Σαμαράς (α) λέει δημοσίως αυτά που πιστεύει, (β) οποιοδήποτε γραπτό κείμενο που τον εκφράζει, έχει γραφτεί από τον ίδιο και φέρει την υπογραφή του. (Σ.σ.: Οι διευκρινίσεις αυτές δίδονταν με αφορμή δημοσιεύματα της ιστοσελίδας Antinews, που φέρονται ότι απηχούν απόψεις του πρώην πρωθυπουργού).
Αναλυτικότερα ως προς το κάθε ζήτημα που έθιξε ο κ. Σαμαράς, το στενό περιβάλλον του διευκρινίζει:
Οσον αφορά στο Μεταναστευτικό, η λέξη «λαθρομετανάστευση» κάθε άλλο παρά αδόκιμη είναι. Υπάρχει στο άρθρο 79 της Ευρωπαϊκής Ενωσης που αφορά στο σχετικό θέμα. Επιπλέον, στο ψηφισθέν Νομοσχέδιο Χρυσοχοΐδη για τους κλειστούς προαναχωρησιακούς χώρους αναφέρεται ρητά ο όρος «λαθρομετανάστες». Ακόμη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λαμβάνοντας τον λόγο κατά τη συζήτηση κρίσιμου νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, είχε εγκαλέσει την τότε πρόεδρο της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, επειδή είχε… επιπλήξει βουλευτές της Ν.Δ. που είχαν χρησιμοποιήσει κατά τις ομιλίες τους τον όρο «λαθρομετανάστες». «Δεν δεχόμαστε λογοκρισία, είχε πει ο κ. Μητσοτάκης, και, πάντως, όχι από εσάς, διότι αυτό υπερβαίνει τις αρμοδιότητές σας. Οι συνάδελφοί μας θα εκφράζονται ελεύθερα και θα χρησιμοποιούν όποια ορολογία θέλουν».
Πέραν αυτών, είναι υποκριτική η στάση της αντιπολίτευσης, αναφέρουν οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού, δεδομένου ότι το 2009 σε άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο κ. Γιώργος Παπανδρέου ζητούσε να σταματήσει η λαθρομετανάστευση. Και χρησιμοποιούσε μάλιστα τον όρο αυτόν ένας πολιτικός που ήταν και πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Κατά συνέπεια, τα περί ακροδεξιάς ορολογίας ουδόλως ευσταθούν. Επίσης, στο πρόσφατο Υπουργικό Συμβούλιο αναφέρθηκε ότι το 93% των εισερχομένων είναι παράνομοι μετανάστες. Ο Αντ. Σαμαράς, απλώς, έκανε και αυτός τον ίδιο διαχωρισμό.
Οσον αφορά στην αυστηρή προστασία των συνόρων, ο πρώην πρωθυπουργός, διαβάζοντας την επομένη της τοποθέτησής του τις αντιδράσεις, διερωτήθηκε προς αυτούς αν διαφωνεί κανείς ως προς το ζήτημα των συνόρων. Σχετικά με αυτό, οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού παρατηρούν και τα εξής:
Πρώτον, ότι επί κυβερνήσεως Σαμαρά δεν υπήρχαν αθρόες ροές από την Τουρκία, καθώς τα σύνορα άνοιξαν στην κυριολεξία επί ΣΥΡΙΖΑ, ενώ επί της τότε νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης το πρόβλημα το είχε η Ιταλία, καθώς όλοι, από όπου και αν προέρχονταν, στοιβάζονταν στη Λαμπεντούζα.
Δεύτερον, μέχρι το 2014 και παρά τις όποιες εισροές, στις δημοσκοπήσεις δεν υπήρχε ως πρωτεύον πρόβλημα το Μεταναστευτικό. Αντιθέτως, στην τελευταία έρευνα της Prorata, που δημοσίευσαν μάλιστα και εφημερίδες της αντιπολίτευσης, ως πρώτο πρόβλημα για την ελληνική κοινωνία προβάλλει το Μεταναστευτικό με ποσοστό 58%, τη στιγμή που η ανεργία συγκεντρώνει ποσοστό 21%.
Η Συμφωνία των Πρεσπών
Μείζον ζήτημα επιχειρήθηκε να ανακινηθεί και σε σχέση με όσα είπε ο κ. Σαμαράς για την αποδέσμευση της χώρας μας από τη Συμφωνία που υπέγραψε με τον Ζάεφ ο κ. Τσίπρας. Οι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού υπενθύμιζαν ότι κατά την ομιλία του στη Βουλή -όταν είχε φέρει ο κ. Τσίπρας τη Συμφωνία ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπίας- είχε καταχειροκροτηθεί, επισημαίνοντας τους λόγους για τους οποίους η Συμφωνία αυτή ήταν επιζήμια για τα ελληνικά συμφέροντα. Υπενθύμιζαν ακόμη ότι ο κ. Σαμαράς επί κυβερνήσεως Καραμανλή και με αφορμή την περίφημη εκείνη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο του στην «Καθημερινή» με τίτλο «Τότε και έκτοτε…», στο οποίο έκανε τις ίδιες επισημάνσεις για το συγκεκριμένο θέμα που κάνει και τώρα. Με άλλα λόγια, χρόνια μετά διατηρεί τις ίδιες απόψεις. Διερωτάται επομένως ο πρώην πρωθυπουργός, επισημαίνουν οι συνεργάτες του: «Εχει αλλάξει τίποτε από τότε; Παραμένει ή όχι επιζήμια η Συμφωνία;».
Ο ίδιος ο κ. Σαμαράς διευκρινίζει ότι δεν μίλησε για μονομερή κατάργηση, απαντώντας εμμέσως σε σχετική παρατήρηση της κ. Ντόρας Μπακογιάννη. Κατά τον πρώην πρωθυπουργό, το μείζον ζήτημα είναι «τι κάνουμε από εδώ και στο εξής… Σημασία έχει να νοιάζεσαι για τη μάχη που θεωρείς ότι έχει σημασία για σένα». Υπενθυμίζει δε στους συνομιλητές του ως παράδειγμα την εμμονή, λ.χ., της Τουρκίας σε συγκεκριμένο πλάνο, από το οποίο δεν αφίσταται επί σειράν ετών η εξωτερική αλλά και η αμυντική της πολιτική, η οποία εφαρμόζεται με συνέπεια, έτσι ώστε κάποια χρονική στιγμή να αποδώσει.
Κατά τον κ. Σαμαρά, η φράση του περί αποδέσμευσης έχει να κάνει με την πραγματικότητα. Η Συμφωνία δεν «περπατάει», ενώ και άλλες βαλκανικές χώρες έχουν πρόβλημα με τα Σκόπια, όπως λ.χ. η Βουλγαρία, που δεν αναγνωρίζει τη μακεδονική γλώσσα, θεωρώντας ότι η γλώσσα αυτή έχει βουλγαρική βάση. Υπενθυμίζεται ότι ο Βούλγαρος πρόεδρος Ράντεφ είχε δηλώσει για τη Συμφωνία Ελλάδας-Σκοπίων ότι δεν υπάρχει Βόρεια Μακεδονία και δεν υπάρχει μακεδονική γλώσσα. Η άποψη Σαμαρά είναι ότι «δεν μπορούμε να ωραιοποιούμε μία Συμφωνία που την έχουμε καταγγείλει ως επιζήμια. Και, επιπλέον, δεν παραιτούμεθα από την ελληνικότητα της Μακεδονίας».
Το σχέδιο, τα Ελληνοτουρκικά και η συναίνεση
Στην παρέμβασή του στο Συνέδριο της Ν.Δ., ο κ. Σαμαράς αναφέρθηκε και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με αφορμή την πρόσφατη ένταση που δημιουργεί η Τουρκία. Κατά τον κ. Σαμαρά, πρέπει με δικό μας σχεδιασμό να αντιμετωπιστεί ο σχεδιασμός της Τουρκίας. Υπενθυμίζει δε τη σημασία της σθεναρής πολιτικής έναντι της γείτονος, φέρνοντας παράδειγμα ότι τη διετία 2012-2014 το καθεστώς Ερντογάν είχε «χωνέψει» χωρίς αντίδραση τη στάση που είχε κρατήσει η κυβέρνησή του στο θέμα των μουφτήδων της Θράκης.
H έμμεση αιχμή στον Προκόπη Παυλόπουλο
Με μία έμμεση αιχμή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού παρατηρούν ότι δεν είναι φαιδρότητες αυτά που κάνουν οι Τούρκοι (σ.σ.: ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε χαρακτηρίσει φαιδρότητες τη συμφωνία Λιβύης και Τουρκίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των δύο αυτών χωρών). Μεταφέροντας τις απόψεις Σαμαρά, στενοί συνεργάτες του υποστηρίζουν ότι πρέπει να διαμορφωθεί μία νέα πολιτική έναντι της Τουρκίας, θεωρώντας ότι σε περίπτωση κάποιου συμβάντος κανείς δεν πρόκειται να κάνει κάτι. Αναφέρουν δε ως παράδειγμα την υποχώρηση Γαλλίας και Ιταλίας όταν το τουρκικό ερευνητικό σκάφος προσέγγισε τα οικόπεδα στα οποία είχε συμφωνηθεί με την Κύπρο να κάνουν έρευνες οι εταιρείες των δύο αυτών χωρών.
Σε επίρρωση των ανωτέρω αναφέρεται και η πρόσφατη απάντηση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, σε ερώτηση Ελληνίδας δημοσιογράφου για τις τουρκικές προκλήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Η απάντησή του ήταν, απλώς, ότι το ΝΑΤΟ παρακολουθεί τα γεγονότα, αλλά δεν παρεμβαίνει! Δικαιολογώντας τις επιφυλάξεις Σαμαρά προς κάθε είδους πολιτική συναίνεσης, υπενθύμιζαν ότι την έννοια της συναίνεσης την είχε κάνει πραγματικότητα ο πρώην πρωθυπουργός, ο οποίος είχε συγκροτήσει τρικομματική κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜ.ΑΡ., με τον κ. Βενιζέλο μάλιστα να αποδέχεται να είναι υπό τον κ. Σαμαρά σε μία ένδειξη πολιτικής υπευθυνότητας. Αλλωστε, κατά τον κ. Σαμαρά, επισημαίνουν συνεργάτες του, συνιστά λαϊκισμό η συνεργασία με αυτόν που έχει καταφύγει σε σκευωρίες κατά των πολιτικών του αντιπάλων ή έχει προβεί σε ακρότητες που δεν τις ασπάζεται η φιλελεύθερη παράταξη