Για τις ηµέρες αγωνίας και τις απώλειες ξεχωριστών ανθρώπων µε τους οποίους έχει συνεργαστεί, όπως τον µακαριστό µητροπολίτη Λαγκαδά Ιωάννη, µιλά συγκινηµένος στα «Π» ο υφυπουργός Μακεδονίας - Θράκης, Θεόδωρος Καράογλου. Ο ίδιος παραδέχεται ότι στις αιτίες για την αύξηση των κρουσµάτων κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη ήταν, µεταξύ άλλων, η ψευδαίσθηση που καλλιεργήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου ότι η πόλη νίκησε τον κορονοϊό, ενώ αποκαλύπτει ότι αλλοδαποί εργάτες γης ήρθαν στη χώρα µας έχοντας πλαστά τεστ κορονοϊού, που αγόραζαν στην πατρίδα τους µε 15 ευρώ. Ο ίδιος µοιράζεται µαζί µας την αγωνία του για την κόρη του, που σπουδάζει στην Αγγλία, επισηµαίνοντας ότι «φυσικά και µας λείπει! Τόσο σε εµένα όσο και στη σύζυγό µου, Γιώτα. Ποιος γονιός δεν νοσταλγεί το παιδί του όταν βρίσκεται µακριά;», ενώ θυµάται τη µητέρα του, που έχασε στα 14 χρόνια του, σηµειώνοντας ότι «η απώλειά της ήταν και παραµένει αγκάθι στην ψυχή µου».
Τελικά, τι έφταιξε και το τελευταίο διάστηµα η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα εξελίχθηκαν σε επίκεντρο της αύξησης των κρουσµάτων του κορονοϊού;
Ευθύνεται η ψευδαίσθηση που καλλιεργήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου ότι η Θεσσαλονίκη νίκησε τον κορονοϊό. Μόνο που η πραγµατικότητα ήταν τελείως διαφορετική, µε αποτέλεσµα να πληρώσουµε ακριβά τη χαλαρότητα που παρατηρήθηκε. Με την επιστροφή των φοιτητών στην πόλη, άρχισαν τα φοιτητικά πάρτι και πολλά µαγαζιά γέµιζαν ασφυκτικά κάθε ηµέρα, µε τους θαµώνες να είναι πραγµατικά ο ένας πάνω στον άλλον, χωρίς να τηρείται κανένα µέτρο προστασίας. Προσθέστε τη µαζική έξοδο των εκδροµέων το τριήµερο 26-27- 28 Οκτωβρίου, η οποία ουσιαστικά εξήγαγε το πρόβληµα στις γειτονικές περιφερειακές ενότητες, τους αλλοδαπούς εργάτες γης, η πλειονότητα των οποίων ήρθε στη χώρα µας έχοντας πλαστά τεστ κορονοϊού, που αγόραζαν στην πατρίδα τους µε 15 ευρώ, καθώς και τις καθηµερινές µετακινήσεις στους δρόµους της πόλης, που συνεχίζονται σαν να µην υπάρχει κορονοϊός. Ακόµα και εν µέσω lockdown, η κίνηση των αυτοκινήτων σε κεντρικές οδικές αρτηρίες της Θεσσαλονίκης δεν διαφέρει σε τίποτα από την αντίστοιχη που σηµειωνόταν πριν από την πανδηµία, µε πρόσφατο παράδειγµα το κυκλοφοριακό κοµφούζιο που παρατηρήθηκε το µεσηµέρι της περασµένης ∆ευτέρας... Αυτοί είναι οι κύριοι λόγοι που το πρόβληµα διογκώθηκε και τους αναφέρω µετά λόγου γνώσεως, διότι η αλήθεια και ο ρεαλισµός δεν πρέπει να ενοχοποιούνται.
∆ιαβάζουµε και ακούµε ότι οι ΜΕΘ στα νοσοκοµεία της Θεσσαλονίκης είναι εδώ και καιρό σε οριακό σηµείο. Γιατί δεν προχωρά η κυβέρνηση στην αύξησή τους;
Η κυβέρνηση θωράκισε τα νοσοκοµεία της Θεσσαλονίκης κάνοντας ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό ώστε κανένας συµπολίτης µας να µη νιώσει αβοήθητος στην πανδηµία. Η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται µε αµείωτη ένταση, αφού πρόκειται για µια δυναµική διαδικασία. Από εκεί και πέρα, για να απαντήσω µε συγκεκριµένα στοιχεία, τον Αύγουστο του 2019 παραλάβαµε 557 µονάδες ΜΕΘ σε όλη τη χώρα και σήµερα ξεπερνούν τις 1.260, δηλαδή τις υπερδιπλασιάσαµε. Επίσης, τον Αύγουστο του 2019 είχαμε περίπου 88.000 εργαζόμενους στον τομέα της Υγείας και σήμερα υπερβαίνουν τους 100.000. Ακόμα, το 2018 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. διέθεσε όλο τον χρόνο δαπάνες 3,8 δισ. ευρώ για την Υγεία και σήμερα, μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2020, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διέθεσε 4,8 δισ. ευρώ και συνεχίζουμε. Προφανώς, δεν έχουν λυθεί όλα τα προβλήματα, όμως το Εθνικό Σύστημα Υγείας ενισχύθηκε σημαντικά και θα συνεχίσει να ενισχύεται, γεγονός που επιβεβαιώνουν οι έως τώρα αντοχές του. Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελεί το συγκινητικό κύμα δωρεών από τον ιδιωτικό τομέα προς τις υπηρεσίες αιχμής, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του πολέμου με την πανδημία. Θέλω να συγχαρώ δημόσια όλες τις μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις της Μακεδονίας και της Θράκης που ανταποκρίθηκαν άμεσα στο κάλεσμα κοινωνικής ευθύνης που απηύθυνα. Καθημερινά γίνομαι αποδέκτης προσφορών από επιχειρήσεις που θέλουν να στηρίξουν εμπράκτως όσους δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους για να εμποδίσουν τη διασπορά του ιού. Για τον λόγο αυτόν, τις τελευταίες εβδομάδες επισκέφθηκα τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης και τα τελωνεία Ευζώνων και Προμαχώνα, όπου παρέδωσα στους τελωνειακούς υπαλλήλους και τους αστυνομικούς μεγάλες ποσότητες υγειονομικού υλικού.
Φοβηθήκατε ποτέ ότι η Θεσσαλονίκη μπορεί να γίνει Ιταλία αναφορικά με την κατάσταση του κορονοϊού;
Με το χέρι στην καρδιά απαντώ πως όχι! Δεν φοβήθηκα, γιατί γνωρίζω τις ικανότητες, το πείσμα και την επιμονή των ανθρώπων που υπηρετούν το Εθνικό Σύστημα Υγείας στη Θεσσαλονίκη. Όταν, τις πρώτες ημέρες του δεύτερου κύματος, επικοινώνησα με εργαζομένους στο ΕΣΥ για να τους δώσω κουράγιο και να τους ενημερώσω ότι το υπουργείο Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας και Θράκης) βρίσκεται στο πλευρό τους, η συζήτηση κατέληξε στο να μου δίνουν εκείνοι θάρρος και δύναμη. Γι’ αυτό σε κάθε ευκαιρία που μου παρουσιάζεται επισημαίνω ότι ως κοινωνία οφείλουμε να επιδεικνύουμε υψηλό αίσθημα ατομικής και συλλογικής ευθύνης, ως πράξη σεβασμού και αναγνώρισης της προσφοράς των ανθρώπων που εργάζονται στον χώρο της Υγείας. Διότι, αν δεν προσέξουμε και δεν τηρήσουμε σχολαστικά τα μέτρα, η πίεση προς το Εθνικό Σύστημα θα ενταθεί και τα δύσκολα θα βρίσκονται μπροστά μας και όχι πίσω μας.
Σε περίπτωση που υπάρξει ανασχηματισμός το επόμενο διάστημα, θα θέλατε να δοκιμαστείτε σε ένα άλλο χαρτοφυλάκιο;
Κύριο μέλημά μου είναι να επιτελώ με ευσυνειδησία και συνέπεια το καθήκον μου και να υπηρετώ με σεβασμό τους Βορειοελλαδίτες, τιμώντας την εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Εάν ο πρωθυπουργός θελήσει να με αξιοποιήσει διαφορετικά, θα το πράξω με οδηγό την ίδια συνέπεια και ευσυνειδησία που το κάνω και σήμερα. Άλλωστε, στην πολιτική μου σταδιοδρομία έχω αποδείξει ότι ανήκω σε εκείνους που αντιλαμβάνονται την κυβερνητική θέση ως μέσο εξυπηρέτησης του πολίτη και όχι ως αυτοσκοπό.
Για τα αυξημένα κρούσματα ευθύνεται η ψευδαίσθηση που καλλιεργήθηκε ότι η Θεσσαλονίκη νίκησε τον κορονοϊό. Μόνο που η πραγματικότητα ήταν διαφορετική
Έχει νοσήσει κάποιος δικός σας από τον ιό; Είχατε απώλειες;
Όλοι πλέον έχουν μια ιστορία ενός συγγενούς, ενός φίλου, ενός γνωστού που βρέθηκε αντιμέτωπος με τον θανατηφόρο ιό. Εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση. Δεν νόσησε κάποιο μέλος της οικογένειάς μου, όμως έζησα ημέρες αγωνίας για καλούς φίλους και έχω θρηνήσει σπουδαίους ανθρώπους, με τους οποίους ζήσαμε ξεχωριστές στιγμές, όπως για παράδειγμα συνέβη με τον μακαριστό μητροπολίτη Λαγκαδά Ιωάννη. Κάθε απώλεια είναι δυσβάστακτη, όταν όμως πρόκειται για ανθρώπους μικρούς σε ηλικία και προσωπικότητες που είχαν να προσφέρουν πολλά ακόμα στην κοινωνία, ο πόνος γίνεται μεγαλύτερος.
Πώς είναι για ένα παιδί να χάνει τη μάνα του σε ηλικία 14 ετών; Τι συνέβη τότε;
Είχα την ατυχία, σε ηλικία 14 χρόνων, να χάσω τη μητέρα μου εξαιτίας ενός όγκου στον εγκέφαλο. Διαγνώστηκε και χειρουργήθηκε όταν ήμουν 12 ετών και πάλεψε με σθένος και γενναιότητα για περίπου δύο χρόνια. Δεν παραπονέθηκε ποτέ, ούτε ψέλλισε μία φορά τη λέξη «πονάω». Ήταν γενναία γυναίκα και δεν το λέω επειδή ήταν μητέρα μου. Θαύμασα το κουράγιο της και τον καθημερινό αγώνα που έδωσε προκειμένου να μη λείψει τίποτα στον πατέρα μου, στην αδελφή μου και σε εμένα. Η απώλειά της ήταν και παραμένει αγκάθι στην ψυχή μου. Δεν ξεπερνιέται… Από παιδί, όσο και αν προσπάθησα να συμβιβαστώ με την ιδέα, ποτέ δεν συμφιλιώθηκα με το γεγονός ότι στερήθηκα από νωρίς τη δυνατότητα να λέω τη λέξη «μαμά» και εκείνη να μου αποκρίνεται με ένα χαμόγελο ή να με αγκαλιάζει. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα κρατώ σφιχτά στην ψυχή μου το τελευταίο βλέμμα της, το τελευταίο χάδι, το τελευταίο «Θόδωρε» που μου είπε, το τελευταίο «παιδί μου» που άκουσα από τα χείλη της. Θα πει κάποιος πως αυτή είναι η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου. Με είδε να έρχομαι στη ζωή, την είδα να φεύγει... Μόνο που στη δική μου περίπτωση συνέβη πολύ γρήγορα, πολύ απότομα, προτού προλάβω να τη χαρώ. Σε κάθε περίπτωση η απώλεια των γονιών, και ειδικότερα της μητέρας, είναι μια εξαιρετικά δύσκολη συνθήκη, μέσω της οποίας προσπάθησα να μετασχηματίσω τη θλίψη σε δύναμη.
Από παιδί, όσο και αν προσπάθησα να συμβιβαστώ με την ιδέα, ποτέ δεν συμφιλιώθηκα με το γεγονός ότι στερήθηκα από νωρίς τη δυνατότητα να λέω τη λέξη «μαμά»
Η κόρη σας, η Βανέσα, ζει και εργάζεται στο Λονδίνο. Σας λείπει;
Φυσικά και μας λείπει! Τόσο σε εμένα όσο και στη σύζυγό μου, Γιώτα. Ποιος γονιός δεν νοσταλγεί το παιδί του όταν βρίσκεται μακριά; Πόσω μάλλον όταν μας χωρίζουν χιλιάδες χιλιόμετρα και δεν έχουμε την ευκαιρία ως οικογένεια να καθίσουμε όλοι μαζί στο κυριακάτικο τραπέζι και να συζητήσουμε, να γελάσουμε, να γεμίσει το σπιτικό μας με χαρά και φωνές. Οταν η Βανέσα και ο αδελφός της, ο Γιώργος, μεγάλωσαν και έφυγαν από το σπίτι για να σπουδάσουν και στη συνέχεια διεκδίκησαν τα όνειρά τους, τις πρώτες εβδομάδες απολαμβάναμε τη ζωή χωρίς παιδιά. Όπως συμβαίνει, άλλωστε, σε όλες τις οικογένειες και με όλους τους γονείς που καμαρώνουν τα παιδιά τους όταν εκείνα αποκτούν τον δικό τους βηματισμό. Πολύ σύντομα, όμως, αντιλαμβάνεσαι ότι το σπίτι άδειασε και η τηλεφωνική επικοινωνία δεν αρκεί. Ούτε η βιντεοκλήση καλύπτει το κενό της φυσικής απουσίας... Συνειδητοποιείς ότι, από εκεί που ήσασταν τέσσερα άτομα, απομείνατε δύο και πως τίποτα δεν έχει νόημα χωρίς τα παιδιά σου και τίποτα δεν έχει την ίδια αξία. Νοσταλγείς το φιλί, τη φωνή τους, ακόμα και τους καυγάδες, γι’ αυτό και ανυπομονούμε να περάσει ο καιρός, να αφήσουμε πίσω την πανδημία και να μπορέσουμε να τα αγκαλιάσουμε.
Ανυπομονούμε να περάσει ο καιρός, να αφήσουμε πίσω την πανδημία και να μπορέσουμε να αγκαλιάσουμε τα παιδιά μας
Ποιο είναι το χόμπι σας; Είστε «βιβλιοφάγος» έμαθα. Πόσα βιβλία έχετε διαβάσει;
Το διάβασμα είναι το πάθος μου! Με χαλαρώνει, με ψυχαγωγεί, με διδάσκει. Ναι, είμαι «βιβλιοφάγος» και έχω διαβάσει άπειρα βιβλία. Στο σπίτι μου έχω τρεις γεμάτες βιβλιοθήκες και άλλες τόσες στο πατρικό μου, στο Ζαγκλιβέρι. Μάλιστα, κάθε βιβλίο που έχω διαβάσει το έχω αρχειοθετήσει ανάλογα με το θέμα που πραγματεύεται και την ημερομηνία που το διάβασα. Ακόμα και στις διακοπές πρώτα βάζω 2-3 βιβλία στη βαλίτσα και μετά τα... μαγιό, γεγονός που εκνευρίζει αφάνταστα τη σύζυγό μου. Η σχέση μου με τα βιβλία δεν περιορίζεται μόνο στην ανάγνωση, αλλά επεκτείνεται και στη συγγραφή, αφού έχω ήδη εκδώσει δύο βιβλία. Το πρώτο ήταν τον Μάιο του 2007, με τίτλο «Δημόσια παρέμβαση», και το δεύτερο το 2016, με τίτλο «Ορκίζομαι», μέσω του οποίου κατέθεσα συγκεκριμένες προτάσεις στον δημόσιο διάλογο για τη συνταγματική αναθεώρηση. Πέρα από αυτά, ετοιμάζω άλλα δύο βιβλία. Το ένα αφορά τον τόπο μου, το Ζαγκλιβέρι, και ήδη αριθμεί 540 σελίδες, ενώ ετοιμάζω και ακόμα ένα, στο οποίο εξιστορώ στιγμές από την ΟΝΝΕΔ Θεσσαλονίκης και την παρουσία στα πολιτικά δρώμενα της πόλης.