Λουκίλα Καρρέρ - Πλέσσα στα Παραπολιτικά: Από θαυμάστρια του Δάκη, έγινα κολλητή του
Η Λουκίλα Καρρέρ-Πλέσσα ανοίγει την καρδιά της στα «Π» και μιλά για την πρόσφατη απώλεια του πολυαγαπημένου της φίλου και για τον αγαπημένο σύζυγό της, Μίμη, τον οποίο γνώρισε το 1986
γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Οικονομικά και Διοίκηση Επιχειρήσεων και αποφοίτησε με άριστα. Τον Μάιο του 1988 ξεκίνησε ερασιτεχνικά μια σειρά εκπομπών στην Ελεύθερη Ραδιοφωνία, για να αξιοποιήσει την πολύ μεγάλη συλλογή δίσκων 78, 45 και 33 στροφών που είχε. Ενώ αρχικά οι εκπομπές ξεκίνησαν για λίγους μήνες, καθώς τον Αύγουστο του 1988 επρόκειτο να φύγει και να συνεχίσει τις μεταπτυχιακές σπουδές της στα Οικονομικά στο Λονδίνο, τελικά το ραδιόφωνο την κέρδισε και από ερασιτέχνης έγινε επαγγελματίας.
H σύζυγος του σπουδαίου μουσικοσυνθέτη Μίμη Πλέσσα μιλάει στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» για τη μεγάλη απώλεια του κολλητού της, Δάκη, αλλά και για τον άνδρα της ζωής της, τη διαφορά ηλικίας τους, το πώς γνωρίστηκαν και πώς είναι τώρα η καθημερινότητά τους.
Πώς αισθάνεστε μετά την απώλεια του Δάκη;
Με τον Δάκη ήμασταν κολλητοί από το 1988, οπότε τον κάλεσα στην πρώτη μου ραδιοφωνική εκπομπή στο Κανάλι 1 του Πειραιά. Επειδή ήθελε να προετοιμάζεται καλά, ήρθε νωρίτερα στο πατρικό μου σπίτι για να προετοιμάσουμε την εκπομπή και από εκείνη τη στιγμή κολλήσαμε. Για 34 ολόκληρα χρόνια ήταν το καθημερινό μου τηλεφώνημα, πίναμε παρέα το πρωινό μας καφεδάκι και μιλούσαμε μία - μιάμιση ώρα τουλάχιστον. Από φανατική θαυμάστριά του που ήμουν ως μαθήτρια και έγραφα ερωτικά γράμματα στη «Μανίνα» και την «Κατερίνα» της εποχής, είχα την ευλογία να τον έχω στενό μου φίλο και κάποια στιγμή να γίνω παραγωγός του και στιχουργός του. Στην κηδεία με συνόδεψε η αδελφή μου και μου θύμισε πώς έκανα κάθε φορά που με το ταχυδρομείο λάμβανα ένα αυτόγραφό του. Του έδειχνα τα τελευταία χρόνια αυτά τα αυτόγραφα, γελούσαμε και μου υπέγραφε νέα, γράφοντας: «Στην κ. Πλέσσα με πολύ σεβασμό».
Η απομόνωση κατά την καραντίνα προστάτεψε τον Μίμη βιολογικά, αλλά του έκανε κακό ψυχολογικά
Σας είπε κάτι πριν φύγει από τη ζωή;
Του κρατούσα τα χέρια και του έλεγα «σ’ αγαπώ» και με πολλή προσπάθεια ανοιγόκλεινε τα μάτια του. Με κατάλαβε… Όλα αυτά τα χρόνια έδινα «μικρές μάχες» για να είναι πάντα στις συναυλίες του Μίμη στο Ηρώδειο και σε άλλα μεγάλα φεστιβάλ. Βέβαια, γυρίσαμε όλο τον κόσμο και όλη την Ελλάδα παρέα, ζήσαμε αξέχαστες στιγμές στην Κέρκυρα, την Ανδρο, τη Θεσσαλονίκη και τη Λίμνη Βουλιαγμένης. Του έκανα την τελευταία του παραγωγή σε επτά γλώσσες, γιατί πίστευα ότι είναι ο μόνος Έλληνας που μπορεί να υποστηρίξει τις μεγάλες επιτυχίες του Μίμη Πλέσσα σε όλες αυτές τις γλώσσες. Το άλμπουμ λέγεται «Στιγμές» και είναι ευλογία που μέσα σε αυτόν τον δίσκο έχει και δικούς μου στίχους. Έχω στο συρτάρι μου την τελευταία του ηχογράφηση, που είναι το τραγούδι «Πυξίδα», σε μουσική του Μίμη Πλέσσα και στίχους δικούς μου.
Ο Μίμης Πλέσσας πώς είναι;
Ο Μίμης είναι μια χαρά, αν εξαιρέσεις ότι η καραντίνα τού έκανε πολύ κακό, γιατί η ζωή του ήταν να βγαίνει κάθε μέρα, να συναντάει κόσμο και να κάνει συναυλίες. Η απομόνωση τον προστάτεψε βιολογικά, αλλά του έκανε κακό ψυχολογικά. Ελπίζω να νιώσει καλύτερα στις 12 Ιουλίου, οπότε θα γίνει ένα αφιέρωμα στο City Garden Festival, στον κήπο του Christmas Theater.
Η διαφορά ηλικίας που έχετε έπαιξε ρόλο στη σχέση σας;
Κανέναν απολύτως. Ο Μίμης ήταν πολύ πιο δραστήριος από μένα, έτρεχε και δεν τον προλάβαινα. Αναγκαζόμουν να μην τον ακολουθώ σε όλα τα ταξίδια και όλες τις εκδηλώσεις, για να προλαβαίνω να ξεκουράζομαι.
Η κόρη σας, Ελεάνα, με τι ασχολείται;
Είναι 24 ετών και είναι σκηνοθέτις και φωτογράφος. Κάνει βιντεοκλίπ και επαγγελματικές φωτογραφήσεις, ενώ παράλληλα διαχειρίζεται το επίσημο κανάλι του πατέρα της στο YouTube (Mimis Plessas official channel), όπως και τα κανάλια άλλων καλλιτεχνών. Στο θέατρο υπήρξε βοηθός του Μανούσου Μανουσάκη και έχει σκηνοθετήσει κάποιες ταινίες μικρού μήκους.
Πώς γνωριστήκατε με τον Μίμη;
Γνωριστήκαμε το 1986, όταν πήγα να γιορτάσω τη γιορτή μου με τους γονείς μου και την αδελφή μου στο «Μισέλ», στην οδό Φιλελλήνων, στο Σύνταγμα, όπου εμφανιζόταν με τον Γιώργο Κατσαρό. Πλησίασε ο Γιώργος με το σαξόφωνο, για να μου ευχηθεί το αγαπημένο μου, «Η πρώτη μας νύχτα», που ήταν τραγούδι του Μίμη. Στο διάλειμμα σηκώθηκε ο Μίμης από το πιάνο και ήρθε να μου ευχηθεί και να με ρωτήσει απορημένος πώς ένα νέο κορίτσι ξέρει αυτό το τραγούδι και το αγαπάει. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Του μίλησα για άλλα 20 αγαπημένα μου τραγούδια που ήταν δικά του, αλλά δεν τα θυμόταν. Έτσι ξεκίνησε μια σχέση ζωής με έναν μύθο, που δεν είχε συνειδητοποιήσει τον όγκο του έργου του, γιατί κανείς δεν φρόντιζε να τον βάλει στη θέση που του άξιζε. Δεν ήταν σε δισκογραφική εταιρεία, δεν είχε μάνατζερ. Ο ελληνικός κινηματογράφος είχε τελειώσει και έτσι ο Μίμης, αποτραβηγμένος, δεν είχε επαφή με τον κόσμο για να ξέρει τι θησαυρούς έχει γράψει.