ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Όταν ο Σεφέρης τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας - Η μοναξιά μετά τη βράβευση και η ιστορική ομιλία (Εικόνες)
Σαν σήμερα πριν από 59 χρόνια
Το μεσημέρι της 24ης Οκτωβρίου του 1963
Γιώργο Σεφέρη. Ηταν η πρώτη φορά που ένας Έλληνας τιμάτο με βραβείο Νόμπελ.
Αμέσως μετά, ο ποιητής δήλωνε: «Διαλέγοντας έναν Ελληνα ποιητή για το βραβείο Νόμπελ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοσή της. Νομίζω, ακόμα, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση -κάθε λαού- και το ελληνικό πνεύμα».
Η σπουδαία αυτή είδηση, όμως, δεν βρήκε την εποχή εκείνη την απήχηση που της άρμοζε, ούτε από τον Τύπο ούτε από την επίσημη Πολιτεία. Χαρακτηριστικό είναι πως, από την ημέρα που βραβεύτηκε μέχρι το τέλος της χρονιάς, στην Ελλάδα και την Κύπρο δημοσιεύτηκαν μόλις 29 καταμετρημένα δημοσιογραφικά και κριτικά κείμενα, με αφορμή το σημαντικό αυτό γεγονός. Τα άμεσα, δημοσιογραφικά άρθρα είναι επίσης ελάχιστα και τα περισσότερα φιλοξενούνται στις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Το Βήμα» και στο περιοδικό «Ο ταχυδρόμος».
Η κυβέρνηση που υπήρχε ήταν υπηρεσιακή και τηλεόραση δεν υπήρχε. Ο κόσμος πολύ λίγο ενδιαφέρθηκε και η πώληση των βιβλίων των ποιημάτων του ήταν μέτρια. Ο Σεφέρης είπε της Μαρώς: “Να μη με αφήσεις να το πάρω επάνω μου”. Και έμεινε πράγματι απλός, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Είχε φύγει και από το υπουργείο Εξωτερικών και αφοσιώθηκε στα γραψίματά του... Πήγε στη Σουηδία με τη Μαρώ και τον Γιώργο και τη Λένα Σαββίδη και πήρε το βραβείο». Η τελετή απονομής έγινε στη Στοκχόλμη στις 10 Δεκεμβρίου. Εκείνο το βράδυ ο Γιώργος Σεφέρης εκφωνούσε ομιλία στο τιμητικό δείπνο που παρατέθηκε στο δημαρχείο της σουηδικής πρωτεύουσας. Σε αυτήν επεσήμανε την άμεση και αδιάσπαστη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας (και ευρύτερα της ελληνικής ηθικής συνείδησης) από την αρχαιότητα έως τη σημερινή εποχή και μίλησε για την αναγκαιότητα και τη λειτουργία της ποίησης στον σύγχρονο κόσμο.
Υστερόγραφο: Ο κριτικός Αντρέας Καραντώνης, επιστρέφοντας αεροπορικώς από τη Στοκχόλμη, μαζί με τον νομπελίστα και τους συνοδούς του, είχε τηλεγραφήσει σε κάποια μέσα ενημέρωσης και σε επίσημους φορείς (υπουργεία, Ακαδημία Αθηνών κ.ά.) αριθμό πτήσης και ώρα αφίξεως, υποδεικνύοντας την οργάνωση κάποιας υποδοχής. «Στο Ελληνικό βρήκαμε να μας περιμένουν δύο γυναίκες: η μάνα μου και η Ιωάννα Τσάτσου. Κανείς άλλος», αφηγείται ο ίδιος στο βιβλίο του «Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης»...
Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Αλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά, κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: "Ηλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα", λέει ο Ηράκλειτος, "ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν" (μετάφραση: "Δεν πρέπει ο Ηλιος να ξεπερνάει το μέτρο. Διαφορετικά, οι ίδιες οι Ερινύες θα προσφερθούν ως βοηθοί της Δικαιοσύνης").
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ιωνα φιλοσόφου. Οσο για μένα, συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: "..θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε..."» (σ.σ.: Αναφέρεται στον Μακρυγιάννη, ο οποίος όμως αποδίδει τη συγκεκριμένη φράση σε έναν Τούρκο μπέη).
*Δημοσιεύτηκε στο Secret στις 22 Οκτωβρίου 2022.
, έφθασε στην Αθήνα η χαρμόσυνη είδηση της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον ποιητή Αμέσως μετά, ο ποιητής δήλωνε: «Διαλέγοντας έναν Ελληνα ποιητή για το βραβείο Νόμπελ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοσή της. Νομίζω, ακόμα, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση -κάθε λαού- και το ελληνικό πνεύμα».
Η σπουδαία αυτή είδηση, όμως, δεν βρήκε την εποχή εκείνη την απήχηση που της άρμοζε, ούτε από τον Τύπο ούτε από την επίσημη Πολιτεία. Χαρακτηριστικό είναι πως, από την ημέρα που βραβεύτηκε μέχρι το τέλος της χρονιάς, στην Ελλάδα και την Κύπρο δημοσιεύτηκαν μόλις 29 καταμετρημένα δημοσιογραφικά και κριτικά κείμενα, με αφορμή το σημαντικό αυτό γεγονός. Τα άμεσα, δημοσιογραφικά άρθρα είναι επίσης ελάχιστα και τα περισσότερα φιλοξενούνται στις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Το Βήμα» και στο περιοδικό «Ο ταχυδρόμος».
«Συγκίνηση»
Ο Νίκος Καρύδης (ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς και συνιδρυτής των εκδόσεων «Ικαρος») έγραφε σχετικά στο προσωπικό του ημερολόγιο: «Την ημέρα εκείνη έτρεξα στο σπίτι της οδού Αγρας με μια αγκαλιά κουμαριές. Οταν μπήκα μέσα, με πιάσανε τα κλάματα από χαρά και συγκίνηση. Ο Σεφέρης ήτανε ήρεμος και η Μαρώ έλαμπε ολόκληρη. Ημασταν λίγοι φίλοι κι ένας-δύο φωτογράφοι εφημερίδων. Την άλλη ημέρα, όλες οι εφημερίδες δημοσίευσαν άρθρα και φωτογραφίες με την είδηση. Κάναμε βιτρίνα στον "Ικαρο" με τα βιβλία του και φωτογραφίες του και ο κόσμος στεκόταν και αναρωτιόταν ποιος είναι αυτός ο Σεφέρης και κάμποσοι έλεγαν ότι είναι αυτός που γράφει τα λόγια στα τραγούδια του Θεοδωράκη.Η κυβέρνηση που υπήρχε ήταν υπηρεσιακή και τηλεόραση δεν υπήρχε. Ο κόσμος πολύ λίγο ενδιαφέρθηκε και η πώληση των βιβλίων των ποιημάτων του ήταν μέτρια. Ο Σεφέρης είπε της Μαρώς: “Να μη με αφήσεις να το πάρω επάνω μου”. Και έμεινε πράγματι απλός, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Είχε φύγει και από το υπουργείο Εξωτερικών και αφοσιώθηκε στα γραψίματά του... Πήγε στη Σουηδία με τη Μαρώ και τον Γιώργο και τη Λένα Σαββίδη και πήρε το βραβείο». Η τελετή απονομής έγινε στη Στοκχόλμη στις 10 Δεκεμβρίου. Εκείνο το βράδυ ο Γιώργος Σεφέρης εκφωνούσε ομιλία στο τιμητικό δείπνο που παρατέθηκε στο δημαρχείο της σουηδικής πρωτεύουσας. Σε αυτήν επεσήμανε την άμεση και αδιάσπαστη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας (και ευρύτερα της ελληνικής ηθικής συνείδησης) από την αρχαιότητα έως τη σημερινή εποχή και μίλησε για την αναγκαιότητα και τη λειτουργία της ποίησης στον σύγχρονο κόσμο.
Υστερόγραφο: Ο κριτικός Αντρέας Καραντώνης, επιστρέφοντας αεροπορικώς από τη Στοκχόλμη, μαζί με τον νομπελίστα και τους συνοδούς του, είχε τηλεγραφήσει σε κάποια μέσα ενημέρωσης και σε επίσημους φορείς (υπουργεία, Ακαδημία Αθηνών κ.ά.) αριθμό πτήσης και ώρα αφίξεως, υποδεικνύοντας την οργάνωση κάποιας υποδοχής. «Στο Ελληνικό βρήκαμε να μας περιμένουν δύο γυναίκες: η μάνα μου και η Ιωάννα Τσάτσου. Κανείς άλλος», αφηγείται ο ίδιος στο βιβλίο του «Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης»...
Ιστορική ομιλία
Ένα απόσπασμα από την ιστορική ομιλία του Γιώργου Σεφέρη στο δημαρχείο της Στοκχόλμης. Αφιερωμένο εξαιρετικά στους εν γένει δημοσιολογούντες, χωρίς γνώση. Προς συμμόρφωση (;): «Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται.Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Αλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά, κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: "Ηλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα", λέει ο Ηράκλειτος, "ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν" (μετάφραση: "Δεν πρέπει ο Ηλιος να ξεπερνάει το μέτρο. Διαφορετικά, οι ίδιες οι Ερινύες θα προσφερθούν ως βοηθοί της Δικαιοσύνης").
Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ιωνα φιλοσόφου. Οσο για μένα, συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: "..θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε..."» (σ.σ.: Αναφέρεται στον Μακρυγιάννη, ο οποίος όμως αποδίδει τη συγκεκριμένη φράση σε έναν Τούρκο μπέη).
*Δημοσιεύτηκε στο Secret στις 22 Οκτωβρίου 2022.