Η Γκάλια και η Ορίτ είναι δύο µητέρες που τις ένωσε ο πόνος. Ο πόνος για τους γιους τους, που απήχθησαν από τη «Χαµάς».

Είχαν πάει και οι δύο στο φεστιβάλ νέων και δεν γύρισαν ποτέ. Λίγες ώρες µετά την αρπαγή τους, έλαβαν βίντεο από τους απαγωγείς µε τον βασανισµό των παιδιών τους. «∆εν µπορώ να το δω αυτό το βίντεο», µου λέει η Γκάλια βουρκωµένη. «Αρνούµαι. Αν το δω, θα καταρρεύσω και δεν θα µπορέσω να συνεχίσω τον αγώνα που δίνω για την επιστροφή του γιου µου, Εβιατάρ», συνεχίζει η ίδια. Μιλήσαµε αµέσως µετά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν οι συγγενείς 2 εκ των 242 οµήρων που κρατά στα υπόγεια της Γάζας η «Χαµάς», µεταξύ αυτών γυναίκες και µωρά. Στη χώρα µας ήρθαν για να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώµη και να πιέσουν για την απελευθέρωση των οµήρων.

«Στην Ελλάδα βρήκαµε µια ανοιχτή αγκαλιά. ∆εν περιµέναµε αυτή την υποδοχή. Καταλαβαίνουµε ότι νιώθετε κι εσείς τον πόνο µας», µου λέει η Γκάλια και τα µάτια της βουρκώνουν. Τη ρωτάω πώς αντέχει να περιγράφει συνεχώς τις τελευταίες στιγµές µε τον γιο της, αλλά και ό,τι ακολούθησε. «∆ύσκολα», µου απαντάει, «αλλά πρέπει. Πρέπει να καταλάβει ο κόσµος τι συµβαίνει και να µας βοηθήσουν».

Στη συνέντευξη Τύπου µιλά στα εβραϊκά και αµέσως µετά, στη σύντοµη συνοµιλία που είχαµε, µου εξηγεί πως δεν µπορεί να σκεφτεί -για να περιγράψει σωστά όσα βιώνειστα αγγλικά. «Θέλω να νιώσει ο κόσµος τον πόνο µέσα από τα λόγια µου, τα συναισθήµατα που βρίσκονται πίσω από τις λέξεις», µου λέει η Γκάλια. Της κρατάω το χέρι, είναι έτοιµη να καταρρεύσει, µε παίρνει αγκαλιά και µε σφίγγει. Σαν να µου λέει: «Κάνε ό,τι µπορείς για να έρθει πίσω το παιδί µου». Αναρωτιέµαι αν τα βράδια κοιµάται. «Λίγες ώρες», µου απαντά. «Πετάγοµαι στον ύπνο µου. Ζω έναν εφιάλτη, έναν εφιάλτη που όµως είναι πραγµατικότητα. ∆εν ξέρω αν το παιδί µου ζει. ∆εν ξέρω πώς είναι. ∆εν ξέρω καν αν βάζει τις σταγόνες που έπρεπε στα µάτια του», λέει η Γκάλια.

«Η ζωή µας σταµάτησε εκείνο το πρωί. Σταµατήσαµε από τις δουλειές µας και έχουµε αφοσιωθεί όλοι στην επιστροφή του Εβιατάρ», µου εξηγεί σε σπαστά αγγλικά, προσπαθώντας να κρατήσει το κορµί της όρθιο. Οπως µου εξοµολογείται, επισκέφθηκε και ψυχολόγο, αλλά ένιωθε πως δεν τη βοηθούσε. «Τώρα δεν θέλω να ξαναπάω. Οταν τελειώσει όµως όλο αυτό, σίγουρα το τραύµα µέσα µου θα είναι µεγάλο», προσθέτει. Μου περιγράφει τον Εβιατάρ, που θα γίνει 23 ετών τον ∆εκέµβριο, ως ένα παιδί υποµονετικό και χαρούµενο. Την ίδια ώρα, οι διαπραγµατεύσεις για την απελευθέρωση των οµήρων συνεχίζονται. Η «Χαµάς» ζητά κατάπαυση του πυρός για µερικές ώρες, έτσι ώστε να αφήσει κάποιους ελεύθερους. Τη ρωτάω αν συµφωνεί. «Γιατί να σταµατήσει ο πόλεµος; Ποιος µιλάει µε τη “Χαµάς”; Ποιος µπορεί να πιστέψει τη “Χαµάς”;» µου απαντάει αφοπλιστικά.

Τραγική φιγούρα

Την ίδια άποψη συµµερίζεται και η Ορίτ, η µητέρα του Αλµόγκ. «∆εν µπορούµε να τους πιστέψουµε. ∆εν πρέπει ο πόλεµος να σταµατήσει», µου εξηγεί. Η Ορίτ είναι ακόµη µία τραγική φιγούρα µητέρας που περιµένει την επιστροφή του γιου της. Ηρθε στην Ελλάδα µαζί µε τον αδερφό της. «Θα πάµε παντού. Οπου µας καλούν θα πηγαίνουµε, για να ακουστεί η φωνή µας παντού, σε όλο τον κόσµο», µου λέει η Ορίτ. Στα µάτια της ζωγραφισµένη η απόγνωση, η θλίψη, αλλά και ο θυµός. Θυµός για τα εγκλήµατα που διαπράττει η «Χαµάς». «‘‘Μαµά, τροµοκράτες χτυπούν παντού, δεν ξέρω τι συµβαίνει, θα σε πάρω αργότερα. Μαµά, σε αγαπώ’’, ήταν τα τελευταία λόγια του παιδιού µου», περιγράφει η Ορίτ. ∆ίχως να µπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυά της, εξηγεί πως από εκείνο το πρωινό η ζωή της καταστράφηκε. «Το παιδί µου πήγε στο πάρτι και απήχθη. Η ζωή µου έγινε ένας εφιάλτης», µου λέει ξεσπώντας σε κλάµατα. Η Γκάλια και η Ορίτ έχουν να µιλήσουν µε τα παιδιά τους περισσότερες από 30 ηµέρες.
«Μόνο να προσευχηθούµε µπορούµε», λένε. Για τις οικογένειες αυτές η χώρα µας ήταν ο πρώτος σταθµός για να επικοινωνήσουν το µήνυµά τους. Ηδη και άλλοι συγγενείς απαχθέντων έχουν επισκεφθεί άλλες χώρες για τον ίδιο λόγο. Και δεν έχουν σκοπό να σταµατήσουν µέχρι να τα καταφέρουν. Είναι στόχος ζωής, όπως λένε οι ίδιοι και, αναφερόµενοι στις σχέσεις τους µε τους Παλαιστίνιους την επόµενη µέρα αυτής της φρικαλεότητας, επεσήµαναν πως θέλουν να συνυπάρξουν µε ειρήνη, ενώ δήλωσαν σίγουροι πως θα βρουν το σωστό µονοπάτι, που θα τους οδηγήσει σε αυτή. «Το πρόβληµά µας είναι µε τη ‘‘Χαµάς’’ και ό,τι έκαναν είναι απαράδεκτο. ∆εν είναι µόνον πολιτικά, αλλά και ανθρωπιστικά απαράδεκτο. Με τους Παλαιστίνιους θέλουµε να βρούµε έναν δρόµο για ειρηνική ζωή», εξηγούν.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής