ΕΚΤΑΚΤΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Κοροναϊός: Περιοριστικά μέτρα και ανθρώπινα δικαιώματα
Η ζωή μας έχει πλέον αλλάξει. Το κύριο θέμα συζήτησης είναι ως επί το πλείστον η συνεχιζόμενη πανδημία. Αυτή έχει, αναμφίβολα, σημαντικό αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο ζούμε, κινούμαστε, απολαμβάνουμε τις ελευθερίες μας αλλά και αντιλαμβανόμαστε τις κυβερνήσεις μας. Η Ελληνική κυβέρνηση έχει λάβει εδώ και αρκετές ημέρες μια σειρά περιοριστικών μέτρων που σε σύγκριση τουλάχιστον με την εικόνα της πανδημίας στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έχουν αποδειχθεί, μέχρι σήμερα, αποτελεσματικά. Όμως παράλληλα με τις πλείστες φωνές υπεράσπισης αυτών των μέτρων δεν λείπουν και εκείνες της διαμαρτυρίας και της αποδοκιμασίας. Χρήσιμο είναι, λοιπόν, να εξετάσουμε με αντικειμενικά κριτήρια διεθνούς δικαίου αν και κατά πόσο οι περιορισμοί στο πλαίσιο της πανδημίας είναι συμβατοί με τη διεθνή νομοθεσία ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Πρέπει να σημειώσουμε σχετικώς ότι ορισμένα ανθρώπινα δικαιώματα (όπως η ελευθερία από βασανιστήρια και δουλεία) είναι απόλυτα και δεν επιτρέπουν κανέναν περιορισμό. Ωστόσο, τα περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι απόλυτα και μπορούν να περιοριστούν, στο πλαίσιο βέβαια συγκεκριμένων ορίων. Τέτοια δικαιώματα είναι το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης (και της θρησκευτικής έκφρασης), η θρησκευτική ελευθερία, το δικαίωμα στην εργασία, η ελευθερία κυκλοφορίας κτλ.
Συνεπώς, περιορισμοί σε μη απόλυτα δικαιώματα επιτρέπονται. Αρκεί να ορίζονται από το νόμο, να έχουν συγκεκριμένο νόμιμο στόχο (όπως η εθνική και δημόσια ασφάλεια, η δημόσια τάξη και η δημόσια υγεία) και να είναι απαραίτητοι και αναλογικοί σε μια δημοκρατική κοινωνία. Οι περιορισμοί αυτοί επιτρέπουν την εξισορρόπηση των ατομικών και συλλογικών συμφερόντων. Ενσωματώνονται δε στο Διεθνές Δίκαιο και, πιο συγκεκριμένα, στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), συμβάσεις στις οποίες η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος.
Συγκεκριμένα, τόσο στην ΕΣΔΑ όσο και στο Διεθνές Σύμφωνο στο πλαίσιο της προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας (που αναμφίβολα διακυβεύονται λόγω του κορωνοϊού) δύναται να περιοριστεί το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 ΕΣΔΑ), η ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή πεποιθήσεων (άρθρο 9 ΕΣΔΑ και άρθρο 18 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία έκφρασης (άρθρο 10 ΕΣΔΑ και άρθρο 19 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 11 ΕΣΔΑ και Άρθρα 21-22 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία κυκλοφορίας (άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 4 της ΕΣΔΑ και άρθρο 12 Διεθνούς Συμφώνου).
Τα περιοριστικά μέτρα που θεσπίστηκαν νομοθετικά από την Ελληνική Κυβέρνηση στο πλαίσιο της πανδημίας φαίνεται να συμμορφώνονται πλήρως με τους περιορισμούς που προβλέπονται τόσο από την ΕΣΔΑ όσο και από το Διεθνές Σύμφωνο στις σχετικές διατάξεις των παραπάνω θεμελιωδών δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, έχουν εγκριθεί με Νόμο και αποσκοπούν στην προστασία της δημόσιας υγείας από μια επιδημία. Είναι δε απαραίτητα και αναλογικά, δηλαδή δικαιολογημένα, κατάλληλα και απολύτως πρόσφορα. Στην πραγματικότητα, τα μέτρα που περιορίζουν τις κοινωνικές επαφές δεν είναι απλώς απαραίτητα και επαρκή, έχουν αποδειχθεί ότι είναι τα μόνα αποτελεσματικά και κατάλληλα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού.
Μέχρι στιγμής, λοιπόν, τα μέτρα περιορισμού που έλαβε η Ελληνική κυβέρνηση συνάδουν πλήρως με τις υποχρεώσεις της για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο θα μπορούσαν να επιβληθούν και περαιτέρω περιορισμοί, ακόμη και αν παρεκκλίνουν από τις ατομικές ελευθερίες. Συγκεκριμένα, το Διεθνές Σύμφωνο και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση επιτρέπουν παρεκκλίσεις από την υποχρέωση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε περιόδους δημόσιας έκτακτης ανάγκης που απειλεί τη ζωή ενός έθνους (άρθρο 4 Διεθνούς Συμφώνου και άρθρο 15 της ΕΣΔΑ).
Το άρθρο 15 επιτρέπει, λοιπόν, στα συμβαλλόμενα κράτη ακόμη και να παρεκκλίνουν των ατομικών ελευθεριών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Η δε πανδημία COVID-19 εμπίπτει σαφώς στον ορισμό της έκτακτης ανάγκης. Οι όποιες παρεκκλίσεις όμως πρέπει να συνδέονται σαφώς με την πανδημία, να αφορούν σε περιορισμένο χρονικό διάστημα και να είναι απολύτως απαραίτητες. Πρέπει, όμως, να τονιστεί ότι στα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 8-11 της ΕΣΔΑ και στα οποία σήμερα έχουν επιβληθεί περιορισμοί, αυτοί οι περιορισμοί χωρούν για την προστασία της υγείας ακόμη και χωρίς έκτακτη ανάγκη, δηλαδή χωρίς το άρθρο 15. Άρα, οι σημερινοί περιορισμοί στο πλαίσιο της πανδημίας είναι νόμιμοι και σύμφωνοι με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Εάν, παρόλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσιζε να λάβει και περαιτέρω μέτρα και να παρεκκλίνει από ορισμένες από τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη νομοθεσία περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θα μπορούσε να το πράξει. Το Διεθνές Δίκαιο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων της αναγνωρίζει αυτή τη δυνατότητα στο πλαίσιο της Δημόσιας Έκτακτης Ανάγκης. Θα έπρεπε όμως, οπωσδήποτε, να τα δικαιολογήσει.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι τα μέχρι τώρα περιοριστικά μέτρα είναι απολύτως συμβατά με το Διεθνές Δίκαιο, είναι νόμιμα και αναλογικά. Άλλωστε, βάσει στοιχείων που προέρχονται κυρίως από την Κίνα (που πρώτη επηρεάστηκε από την πανδημία), αλλά και από τη μέχρι στιγμής αντιμετώπιση της πανδημίας στη χώρα μας (σε σχέση με όλες τις μεσογειακές χώρες αλλά και άλλα κράτη, πιο εύρωστα οικονομικά και με σαφώς πιο ανεπτυγμένο Σύστημα υγειονομικής περίθαλψης) ο περιορισμός των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, της κυκλοφορίας και των συναθροίσεων φαίνεται να είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης αυτής της παγκόσμιας κρίσης.
*Η Ασπασία Αλιγιζάκη είναι διδάκτωρ Διεθνών & Ευρ. Σπουδών - Καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο Paris 13/IdEF και Αντιδήμαρχος Πειραιά
Πρέπει να σημειώσουμε σχετικώς ότι ορισμένα ανθρώπινα δικαιώματα (όπως η ελευθερία από βασανιστήρια και δουλεία) είναι απόλυτα και δεν επιτρέπουν κανέναν περιορισμό. Ωστόσο, τα περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι απόλυτα και μπορούν να περιοριστούν, στο πλαίσιο βέβαια συγκεκριμένων ορίων. Τέτοια δικαιώματα είναι το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης (και της θρησκευτικής έκφρασης), η θρησκευτική ελευθερία, το δικαίωμα στην εργασία, η ελευθερία κυκλοφορίας κτλ.
Συνεπώς, περιορισμοί σε μη απόλυτα δικαιώματα επιτρέπονται. Αρκεί να ορίζονται από το νόμο, να έχουν συγκεκριμένο νόμιμο στόχο (όπως η εθνική και δημόσια ασφάλεια, η δημόσια τάξη και η δημόσια υγεία) και να είναι απαραίτητοι και αναλογικοί σε μια δημοκρατική κοινωνία. Οι περιορισμοί αυτοί επιτρέπουν την εξισορρόπηση των ατομικών και συλλογικών συμφερόντων. Ενσωματώνονται δε στο Διεθνές Δίκαιο και, πιο συγκεκριμένα, στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), συμβάσεις στις οποίες η Ελλάδα είναι συμβαλλόμενο μέρος.
Συγκεκριμένα, τόσο στην ΕΣΔΑ όσο και στο Διεθνές Σύμφωνο στο πλαίσιο της προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας (που αναμφίβολα διακυβεύονται λόγω του κορωνοϊού) δύναται να περιοριστεί το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 ΕΣΔΑ), η ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή πεποιθήσεων (άρθρο 9 ΕΣΔΑ και άρθρο 18 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία έκφρασης (άρθρο 10 ΕΣΔΑ και άρθρο 19 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 11 ΕΣΔΑ και Άρθρα 21-22 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία κυκλοφορίας (άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 4 της ΕΣΔΑ και άρθρο 12 Διεθνούς Συμφώνου).
Τα περιοριστικά μέτρα που θεσπίστηκαν νομοθετικά από την Ελληνική Κυβέρνηση στο πλαίσιο της πανδημίας φαίνεται να συμμορφώνονται πλήρως με τους περιορισμούς που προβλέπονται τόσο από την ΕΣΔΑ όσο και από το Διεθνές Σύμφωνο στις σχετικές διατάξεις των παραπάνω θεμελιωδών δικαιωμάτων. Συγκεκριμένα, έχουν εγκριθεί με Νόμο και αποσκοπούν στην προστασία της δημόσιας υγείας από μια επιδημία. Είναι δε απαραίτητα και αναλογικά, δηλαδή δικαιολογημένα, κατάλληλα και απολύτως πρόσφορα. Στην πραγματικότητα, τα μέτρα που περιορίζουν τις κοινωνικές επαφές δεν είναι απλώς απαραίτητα και επαρκή, έχουν αποδειχθεί ότι είναι τα μόνα αποτελεσματικά και κατάλληλα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού.
Μέχρι στιγμής, λοιπόν, τα μέτρα περιορισμού που έλαβε η Ελληνική κυβέρνηση συνάδουν πλήρως με τις υποχρεώσεις της για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο θα μπορούσαν να επιβληθούν και περαιτέρω περιορισμοί, ακόμη και αν παρεκκλίνουν από τις ατομικές ελευθερίες. Συγκεκριμένα, το Διεθνές Σύμφωνο και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση επιτρέπουν παρεκκλίσεις από την υποχρέωση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε περιόδους δημόσιας έκτακτης ανάγκης που απειλεί τη ζωή ενός έθνους (άρθρο 4 Διεθνούς Συμφώνου και άρθρο 15 της ΕΣΔΑ).
Το άρθρο 15 επιτρέπει, λοιπόν, στα συμβαλλόμενα κράτη ακόμη και να παρεκκλίνουν των ατομικών ελευθεριών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Η δε πανδημία COVID-19 εμπίπτει σαφώς στον ορισμό της έκτακτης ανάγκης. Οι όποιες παρεκκλίσεις όμως πρέπει να συνδέονται σαφώς με την πανδημία, να αφορούν σε περιορισμένο χρονικό διάστημα και να είναι απολύτως απαραίτητες. Πρέπει, όμως, να τονιστεί ότι στα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 8-11 της ΕΣΔΑ και στα οποία σήμερα έχουν επιβληθεί περιορισμοί, αυτοί οι περιορισμοί χωρούν για την προστασία της υγείας ακόμη και χωρίς έκτακτη ανάγκη, δηλαδή χωρίς το άρθρο 15. Άρα, οι σημερινοί περιορισμοί στο πλαίσιο της πανδημίας είναι νόμιμοι και σύμφωνοι με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Εάν, παρόλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση αποφάσιζε να λάβει και περαιτέρω μέτρα και να παρεκκλίνει από ορισμένες από τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη νομοθεσία περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θα μπορούσε να το πράξει. Το Διεθνές Δίκαιο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων της αναγνωρίζει αυτή τη δυνατότητα στο πλαίσιο της Δημόσιας Έκτακτης Ανάγκης. Θα έπρεπε όμως, οπωσδήποτε, να τα δικαιολογήσει.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι τα μέχρι τώρα περιοριστικά μέτρα είναι απολύτως συμβατά με το Διεθνές Δίκαιο, είναι νόμιμα και αναλογικά. Άλλωστε, βάσει στοιχείων που προέρχονται κυρίως από την Κίνα (που πρώτη επηρεάστηκε από την πανδημία), αλλά και από τη μέχρι στιγμής αντιμετώπιση της πανδημίας στη χώρα μας (σε σχέση με όλες τις μεσογειακές χώρες αλλά και άλλα κράτη, πιο εύρωστα οικονομικά και με σαφώς πιο ανεπτυγμένο Σύστημα υγειονομικής περίθαλψης) ο περιορισμός των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, της κυκλοφορίας και των συναθροίσεων φαίνεται να είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης αυτής της παγκόσμιας κρίσης.
*Η Ασπασία Αλιγιζάκη είναι διδάκτωρ Διεθνών & Ευρ. Σπουδών - Καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο Paris 13/IdEF και Αντιδήμαρχος Πειραιά